Δευτέρα, Μαΐου 10, 2010
posted by Librofilo at Δευτέρα, Μαΐου 10, 2010 | Permalink
Μπερδέματα
Ο Χέρμαν Μπρόντερ είναι ένας επιζήσας του Ολοκαυτώματος στην Πολωνία κατά τη διάρκεια του Β Παγκόσμιου πολέμου. Η σύζυγός του και τα δύο του παιδιά εκτελέστηκαν από τους Ναζί (όπως τουλάχιστον του είπαν αυτόπτες μάρτυρες διότι εκείνος ήταν εκτός πόλεως την συγκεκριμένη ημέρα). Διεσώθη μένοντας κρυμένος σε έναν αχυρώνα για 3 ολόκληρα χρόνια. Τον περιέθαλπτε η υπηρέτρια της οικογένειας του, η χωρική Γιάντβιγκα χωρίς να το ξέρει η οικογένεια της που κινδύνευαν να βρεθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα χάριν του ερωτικού ηρωισμού της κόρης τους. Τώρα ο Μπρόντερ ζει στη Ν.Υόρκη ως πρόσφυγας, δουλεύοντας για έναν Ραβίνο. Έχει παντρευτεί την Γιάντβιγκα περισσότερο εκπληρώνοντας το χρέος του παρά νιώθοντας καμία ιδιαίτερη αγάπη γι’αυτήν. Η δουλειά του στον Ραβίνο συνίσταται στο να είναι ένα είδος ghost-writer, του γράφει τους λόγους του και τα άρθρα που δημοσιεύονται σε Εβραϊκές εφημερίδες. Στον εργοδότη του λέει ότι ζει με έναν φίλο του χωρίς τηλέφωνο και στην Γιάντβιγκα αποκρύπτει την πραγματική του εργασία λέγοντάς της ότι είναι πλασιέ θρησκευτικών βιβλίων. Ο λόγος : η πανέμορφη και μοιραία Μάσα, μια έτερη εβραία επιζήσασα των Ναζιστικών στρατοπέδων (λόγω μάλλον της ομορφιάς και της τσαχπινιάς της) η οποία ζει με την υπέργηρη θρησκομανή μητέρα της, χωρισμένη από τον απατεώνα σύζυγό της. Η Μάσα περιμένει να εκδοθεί το διαζύγιό της για να παντρευτεί τον Μπρόντερ όπως εκείνος της έχει υποσχεθεί. Εκείνος είναι ξετρελλαμένος με την νευρωτική ερωμένη του περνώντας τα περισσότερα βράδια σπίτι της εκμεταλευόμενος την φοβία της Γιάντβιγκα προς την μεγάλη πόλη και την άγνοιά της για την γλώσσα. Το μπέρδεμα του Μπρόντερ επιτείνεται όταν ξαφνικά μέσω μιας αγγελίας μαθαίνει ότι η πρώτη του σύζυγος, η Ταμάρα είχε γλυτώσει ως εκ θαύματος την εκτέλεση, καταφέρνοντας να επιζήσει μετά από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, έφθασε επιτέλους στη Ν.Υόρκη και έψαχνε τον σύζυγό της γνωρίζοντας ότι είχε καταφέρει να διασωθεί. Τι μπέρδεμα!!
Κι όμως το εξαιρετικό μυθιστόρημα «ΕΧΘΡΟΙ, ΜΙΑ ΕΡΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», (Εκδ.Καστανιώτη, μετάφρ. Β.Αμανατίδη, σελ.305), του υπέροχου Αμερικανοεβραίου συγγραφέα Isaac Bashevis Singer (1904-1991), δεν είναι καθόλου μπερδεμένο παρά το περίπλοκο της ιστορίας του. Ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτεχνίας το 1978, συγγραφέας με εκπληκτική τεχνική κατορθώνει να ισορροπήσει ανάμεσα στο γελοίο και το δραματικό, στην σάτιρα και την τραγωδία, δομώντας υπέροχους χαρακτήρες σε μια ιστορία με απαράμιλλο χιούμορ που δεν μπορείς να την αφήσεις από τα χέρια σου.
Ο ήρωας του μυθιστορήματος, ο Χέρμαν Μπρόντερ είναι ένας χαρακτήρας που θα μπορούσε να είναι από τους αντιπαθέστερους στην λογοτεχνία. Ψεύδεται ασύστολα, προσπαθεί να επιβιώσει υιοθετώντας διαφορετικές περσόνες σε κάθε πτυχή του βίου του. Είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος σπίτι με την Γιάντβιγκα, μεταμορφώνεται σε φλογερό εραστή με την παρανοϊκή Μάσα, τρέμει μπροστά στον Ραβίνο εργοδότη του και συνθλίβεται ενώπιον της πρώτης του συζύγου, της Ταμάρα. Σιχαίνεται τον εαυτό του συνεχώς, αδύναμος και αναποφάσιστος ακόμα και στο στοιχειώδες, έχοντας χάσει την πίστη του, τα αισθήματά του, πάει σαν φτερό στον άνεμο και ψεύδεται συνεχώς για να καταφέρει αυτό που βάζει στο μυαλό του εκείνη τη στιγμή χωρίς να υπολογίζει τις περαιτέρω συνέπειες των πράξεων του. Μοιρολάτρης και γεννημένος loser, παρά τις ικανότητές του για επιβίωση, ζει μέρα με τη μέρα με τον φόβο της αποκάλυψης. Όταν αυτή έρχεται τυχαία δείχνει ανίκανος να διαχειρισθεί την "καταστροφή" και αφήνεται (όπως και στην υπόλοιπη ζωή του) στο "όπως πάνε κι όσα έρθουν" στοιχείο της προσωπικότητάς του.
Ούτε βεβαίως κανείς απ’όσους είναι δίπλα του είναι τέλειος. Ο Ραβίνος είναι ένας αμόρφωτος απατεώνας που πλουτίζει κάνοντας δημόσιες σχέσεις, η Μάσα δεν μπορείς να καταλάβεις πότε λέει την αλήθεια και πότε όχι, εκμεταλλευόμενη την εξωτερική της εμφάνιση, η Γιάντβιγκα είναι υπερβολικά καλή αλλά τόσο ηλίθια και η Ταμάρα δεν δίνει πλέον δεκάρα γι’αυτόν, απλά έχει μάθει να επιβιώνει. Στο μυθιστόρημα αιωρείται συνεχώς το ερώτημα που ξεφεύγει από τα χείλη ενός από τους δευτερεύοντες χαρακτήρες σε μια ανύποπτη στιγμή: ότι οι καλύτεροι και πιο άξιοι των Εβραίων χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα και επέζησαν οι κατεργάρηδες και τα "λαμόγια". Αυτό από μόνο του είναι μια βαθειά ανατρεπτική σκέψη και ένα φιλοσοφικό ερώτημα που χρειάζεται σελίδες επί σελίδων για να αναλυθεί.
Η πόλη της Νέας Υόρκης πρωταγωνιστεί με την σειρά της στο βιβλίο. Χαώδης και τεράστια μεταμορφώνεται σε ένα ασφυκτικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στο μυαλό του Χέρμαν Μπρόντερ όταν διαπιστώνει ότι είναι εγκλωβισμένος σ’αυτόν τον ιδιότυπο ιστό της αράχνης που έχει φτιάξει γύρω από τον εαυτό του. Αρκετός Κάφκα αναμεμιγμένος με τον Ξένο του Καμύ σού’ρχεται στο νου διαβάζοντας αυτό το επιφανειακά απλό και τόσο διεισδυτικό μυθιστόρημα. Ο Σίνγκερ χωρίς δυστυχώς να ξεφεύγει από την λίγο γκροτέσκα – τουλάχιστον για τα γούστα μου – αναπαράσταση του εβραϊκού τρόπου σκέψης καταφέρνει να ζωντανέψει στο χαρτί απίστευτους κωμικοτραγικούς χαρακτήρες οι οποίοι είναι ένα βήμα από την καταστροφή. Κάποιοι από αυτούς θα έχουν τραγικό τέλος, κάποιοι θα τα καταφέρουν και πάλι να «επιζήσουν».
«…Οι καχεκτικοί Εβραίοι είχαν όλοι ξεπαστρευτεί και όσοι είχαν απομείνει είχαν σιδερένια κράση, αν και, όπως αποδείχτηκε, ήτανε κι αυτοί άνθρωποι τσακισμένοι. Τα βάσανά τους βγαίνουν τώρα στην επιφάνεια. Σ’εκατό χρόνια, θα εξιδανικεύσουν τα γκέτο και την εντύπωση που δημιουργήθηκε πως όλοι όσοι έμενα εκεί ήταν άγιοι. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα. Πρώτα πρώτα, πόσοι άγιοι μπορεί να υπάρχουνε σε κάθε γενιά; Έπειτα, οι πιο πολλοί από τους πραγματικά ευσεβείς Εβραίους χαθήκανε. Και η βασική κινητήρια ορμή για όσους κατάφεραν να επιβιώσουν ήταν να ζήσουν με κάθε τίμημα. Σε μερικά γκέτο ανοίξανε ακόμη και καμπαρέ. Φαντάζεσαι τι είδους καμπαρέ ήταν αυτά! Για να μπεις μέσα, περνούσες πάνω από πτώματα.
Η θεωρία μου είναι πως το ανθρώπινο είδος δεν βελτιώνεται, αλλά πάει από το κακό στο χειρότερο. Πιστεύω, σαν να λέμε, σε μια αντίστροφη εξέλιξη. Ο τελευταίος άνθρωπος πάνω στη γη θα είναι εγκληματίας και παράφρονας.»
Ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ ήταν μια μοναδική περίπτωση στον χώρο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Έγραφε πάντα στα Γίντις (Yiddish), την γλώσσα των Εβραίων Ασκενάζι της Κεντρικής Ευρώπης, η οποία είναι μια εβραϊκή γλώσσα με πολλά στοιχεία από τα Γερμανικά και τις άλλες γλώσσες των χωρών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Γεννημένος στην Πολωνία, μετανάστευσε με την οικογένειά του στις Η.Π.Α το 1935. Δημοσίευσε σειρά μυθιστορημάτων με θέματα από τη ζωή των Εβραίων στην Πολωνία. Το «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία» γράφτηκε το 1972 και είναι το πρώτο του βιβλίο που η δράση τοποθετείται στην Ν.Υόρκη. Το καλύτερό του μυθιστόρημα θεωρείται το αριστουργηματικό «Σκιές στον ποταμό Χάντσον» που εξεδόθη μετά τον θάνατό του, το 1998. Τα διηγήματά του, εξίσου σημαντικά με το μυθιστορηματικό του έργο (κατά πολλούς ανώτερα), βρίσκονται στον συγκεντρωτικό τόμο του 1982, «Collected stories».
Κι όμως το εξαιρετικό μυθιστόρημα «ΕΧΘΡΟΙ, ΜΙΑ ΕΡΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», (Εκδ.Καστανιώτη, μετάφρ. Β.Αμανατίδη, σελ.305), του υπέροχου Αμερικανοεβραίου συγγραφέα Isaac Bashevis Singer (1904-1991), δεν είναι καθόλου μπερδεμένο παρά το περίπλοκο της ιστορίας του. Ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτεχνίας το 1978, συγγραφέας με εκπληκτική τεχνική κατορθώνει να ισορροπήσει ανάμεσα στο γελοίο και το δραματικό, στην σάτιρα και την τραγωδία, δομώντας υπέροχους χαρακτήρες σε μια ιστορία με απαράμιλλο χιούμορ που δεν μπορείς να την αφήσεις από τα χέρια σου.
Ο ήρωας του μυθιστορήματος, ο Χέρμαν Μπρόντερ είναι ένας χαρακτήρας που θα μπορούσε να είναι από τους αντιπαθέστερους στην λογοτεχνία. Ψεύδεται ασύστολα, προσπαθεί να επιβιώσει υιοθετώντας διαφορετικές περσόνες σε κάθε πτυχή του βίου του. Είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος σπίτι με την Γιάντβιγκα, μεταμορφώνεται σε φλογερό εραστή με την παρανοϊκή Μάσα, τρέμει μπροστά στον Ραβίνο εργοδότη του και συνθλίβεται ενώπιον της πρώτης του συζύγου, της Ταμάρα. Σιχαίνεται τον εαυτό του συνεχώς, αδύναμος και αναποφάσιστος ακόμα και στο στοιχειώδες, έχοντας χάσει την πίστη του, τα αισθήματά του, πάει σαν φτερό στον άνεμο και ψεύδεται συνεχώς για να καταφέρει αυτό που βάζει στο μυαλό του εκείνη τη στιγμή χωρίς να υπολογίζει τις περαιτέρω συνέπειες των πράξεων του. Μοιρολάτρης και γεννημένος loser, παρά τις ικανότητές του για επιβίωση, ζει μέρα με τη μέρα με τον φόβο της αποκάλυψης. Όταν αυτή έρχεται τυχαία δείχνει ανίκανος να διαχειρισθεί την "καταστροφή" και αφήνεται (όπως και στην υπόλοιπη ζωή του) στο "όπως πάνε κι όσα έρθουν" στοιχείο της προσωπικότητάς του.
Ούτε βεβαίως κανείς απ’όσους είναι δίπλα του είναι τέλειος. Ο Ραβίνος είναι ένας αμόρφωτος απατεώνας που πλουτίζει κάνοντας δημόσιες σχέσεις, η Μάσα δεν μπορείς να καταλάβεις πότε λέει την αλήθεια και πότε όχι, εκμεταλλευόμενη την εξωτερική της εμφάνιση, η Γιάντβιγκα είναι υπερβολικά καλή αλλά τόσο ηλίθια και η Ταμάρα δεν δίνει πλέον δεκάρα γι’αυτόν, απλά έχει μάθει να επιβιώνει. Στο μυθιστόρημα αιωρείται συνεχώς το ερώτημα που ξεφεύγει από τα χείλη ενός από τους δευτερεύοντες χαρακτήρες σε μια ανύποπτη στιγμή: ότι οι καλύτεροι και πιο άξιοι των Εβραίων χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα και επέζησαν οι κατεργάρηδες και τα "λαμόγια". Αυτό από μόνο του είναι μια βαθειά ανατρεπτική σκέψη και ένα φιλοσοφικό ερώτημα που χρειάζεται σελίδες επί σελίδων για να αναλυθεί.
Η πόλη της Νέας Υόρκης πρωταγωνιστεί με την σειρά της στο βιβλίο. Χαώδης και τεράστια μεταμορφώνεται σε ένα ασφυκτικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στο μυαλό του Χέρμαν Μπρόντερ όταν διαπιστώνει ότι είναι εγκλωβισμένος σ’αυτόν τον ιδιότυπο ιστό της αράχνης που έχει φτιάξει γύρω από τον εαυτό του. Αρκετός Κάφκα αναμεμιγμένος με τον Ξένο του Καμύ σού’ρχεται στο νου διαβάζοντας αυτό το επιφανειακά απλό και τόσο διεισδυτικό μυθιστόρημα. Ο Σίνγκερ χωρίς δυστυχώς να ξεφεύγει από την λίγο γκροτέσκα – τουλάχιστον για τα γούστα μου – αναπαράσταση του εβραϊκού τρόπου σκέψης καταφέρνει να ζωντανέψει στο χαρτί απίστευτους κωμικοτραγικούς χαρακτήρες οι οποίοι είναι ένα βήμα από την καταστροφή. Κάποιοι από αυτούς θα έχουν τραγικό τέλος, κάποιοι θα τα καταφέρουν και πάλι να «επιζήσουν».
«…Οι καχεκτικοί Εβραίοι είχαν όλοι ξεπαστρευτεί και όσοι είχαν απομείνει είχαν σιδερένια κράση, αν και, όπως αποδείχτηκε, ήτανε κι αυτοί άνθρωποι τσακισμένοι. Τα βάσανά τους βγαίνουν τώρα στην επιφάνεια. Σ’εκατό χρόνια, θα εξιδανικεύσουν τα γκέτο και την εντύπωση που δημιουργήθηκε πως όλοι όσοι έμενα εκεί ήταν άγιοι. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα. Πρώτα πρώτα, πόσοι άγιοι μπορεί να υπάρχουνε σε κάθε γενιά; Έπειτα, οι πιο πολλοί από τους πραγματικά ευσεβείς Εβραίους χαθήκανε. Και η βασική κινητήρια ορμή για όσους κατάφεραν να επιβιώσουν ήταν να ζήσουν με κάθε τίμημα. Σε μερικά γκέτο ανοίξανε ακόμη και καμπαρέ. Φαντάζεσαι τι είδους καμπαρέ ήταν αυτά! Για να μπεις μέσα, περνούσες πάνω από πτώματα.
Η θεωρία μου είναι πως το ανθρώπινο είδος δεν βελτιώνεται, αλλά πάει από το κακό στο χειρότερο. Πιστεύω, σαν να λέμε, σε μια αντίστροφη εξέλιξη. Ο τελευταίος άνθρωπος πάνω στη γη θα είναι εγκληματίας και παράφρονας.»
Ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ ήταν μια μοναδική περίπτωση στον χώρο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Έγραφε πάντα στα Γίντις (Yiddish), την γλώσσα των Εβραίων Ασκενάζι της Κεντρικής Ευρώπης, η οποία είναι μια εβραϊκή γλώσσα με πολλά στοιχεία από τα Γερμανικά και τις άλλες γλώσσες των χωρών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Γεννημένος στην Πολωνία, μετανάστευσε με την οικογένειά του στις Η.Π.Α το 1935. Δημοσίευσε σειρά μυθιστορημάτων με θέματα από τη ζωή των Εβραίων στην Πολωνία. Το «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία» γράφτηκε το 1972 και είναι το πρώτο του βιβλίο που η δράση τοποθετείται στην Ν.Υόρκη. Το καλύτερό του μυθιστόρημα θεωρείται το αριστουργηματικό «Σκιές στον ποταμό Χάντσον» που εξεδόθη μετά τον θάνατό του, το 1998. Τα διηγήματά του, εξίσου σημαντικά με το μυθιστορηματικό του έργο (κατά πολλούς ανώτερα), βρίσκονται στον συγκεντρωτικό τόμο του 1982, «Collected stories».
Δημοσίευση σχολίου