Τρίτη, Μαρτίου 08, 2011
posted by Librofilo at Τρίτη, Μαρτίου 08, 2011 | Permalink
Αυτό που η μέρα οφείλει στη νύχτα
Οφείλω να ομολογήσω ότι αισθάνθηκα λίγο αμήχανα (τουλάχιστον στις πρώτες 100 σελίδες) διαβάζοντας το καινούργιο μυθιστόρημα του εξαιρετικού Αλγερινού συγγραφέα Yasmina Khadra (η ιστορία με το ψευδώνυμό του είναι γνωστή) με τίτλο «ΑΥΤΟ ΠΟΥ Η ΜΕΡΑ ΟΦΕΙΛΕΙ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ» (Ce que le jour doit a la nuit), (Εκδ. Καστανιώτη, μετάφρ. Γ.Στρίγκος, σελ.364). Η αμηχανία μου οφείλετο στο ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με το γνωστό ύφος και στυλ που ο Χάντρα μας έχει συνηθίσει στις (αστυνομικές ή θριλερικού ύφους) ιστορίες του αλλά με ένα μυθιστόρημα λυρικό και άκρως συναισθηματικό, μια ιστορία έρωτα με πολιτικό φόντο που περισσότερο μοιάζει (χωρίς να φτάνει σε αξία) με το «Μουσείο της αθωότητας» του Παμούκ παρά με τα προηγούμενα βιβλία του συγγραφέα.
Ο (αφηγητής και ήρωας της ιστορίας) Γιουνές είναι μόλις 9 ετών όταν η οικογένειά του αναγκάζεται να αφήσει την κατεστραμμένη πατρογονική γη για να μετακομίσει στο Οράν. Από την ερημική ζωή στο όλο πέτρα και χώμα αγροτικό πλαίσιο που ζούσε ο πανέξυπνος μικρός, μεταφέρεται στην κοσμοπολίτικη και γεμάτη αντιθέσεις χιλιοτραγουδισμένη πόλη του Καμύ। Αλλα εκεί η ζωή είναι πολύ δύσκολη για την οικογένεια και ο πατέρας του ανήμπορος να θρέψει όλα τα στόματα, δίνει τον μικρό στον φαρμακοποιό αδελφό του, ο οποίος έχει παντρευτεί την γαλλικής καταγωγής Ζερμέν, και ζει μια ζωή αστική γεμάτη βιβλία και πολιτικές συναντήσεις με μορφωμένους Αλγερίνους που ονειρεύονται την ανεξαρτησία τους.
Στην καινούργια του οικογένεια, ο Γιουνές πλέον ονομάζεται (κατά το ευρωπαϊκότερον) Ιωνάς, σύντομα συνειδητοποιεί ότι η ζωή του αλλάζει εντελώς κατεύθυνση και παρότι ο πατέρας του σύντομα εξαφανίζεται και η μητέρα με την μικρή του αδελφή δεν έχουν πλέον να φάνε, αυτός έχει ουσιαστικά σωθεί. Η μετακόμιση της νέας του οικογένειας στο επαρχιακό Ρίο Σαλάδο (σημερινό Ελ-Μαλέχ) κάπου 60 χλμ από το Οράν και το άνοιγμα ενός φαρμακείου εκεί, θα δώσει ακόμα περισσότερη «αστική» πνοή στη ζωή του Ιωνά/Γιουνές ο οποίος κάνει παρέα μόνο με Γάλλους, παρά τις κατά καιρούς προσβολές που υφίσταται ως μουσουλμάνος.
Στα 17 του, θα τον ξελογιάσει η κυρία Καζενάβ, μια κομψή και ωραία Γαλλίδα που έλκεται από την εξωτερική του εμφάνιση και θα του προσφέρει μια μεθυστική «ξεπέτα», η οποία δεν θα επαναληφθεί παρά τις παρακλήσεις του νεαρού. Μερικά χρόνια αργότερα, ο ανύποπτος Γιουνές/Ιωνάς θα ερωτευτεί σφόδρα την πανέμορφη Εμιλί – ρομαντικός και μοναχικός ο νεαρός, θεωρεί ότι βρήκε επιτέλους την μοναδική αγάπη, αλλά η Εμιλί είναι κόρη της κ.Καζενάβ, η οποία βλέποντας πως πάνε τα πράγματα, επισκέπτεται τον Γιουνές/Ιωνά και του «απαγορεύει» το διαφαινόμενο ειδύλλιο με την νεαρά. Τον βάζει μάλιστα να της υποσχεθεί και να ορκισθεί ότι ποτέ δεν θα πλησιάσει την κόρη της. Εκείνος υπακούει και αυτή του η απόφαση θα του καθορίσει τη ζωή. Η Εμιλί δεν μαθαίνει ποτέ τον λόγο της απόριψης, προσβάλλεται και αντιδράει υπακούοντας τυφλά στην μητέρα της η οποία την παντρεύει με έναν από την παρέα των νεαρών. Ο Γιουνές/Ιωνάς αποξενώνεται από όλους, δεν συμμετέχει στις παρέες, νεκρώνει συναισθηματικά.
Όταν ξεσπάει ο πόλεμος της ανεξαρτησίας της Αλγερίας, και οι μουσουλμάνοι παίρνουν τα όπλα, η ζωή στο ειρηνικό χωριό αλλάζει. Ο εμφύλιος τους υποχρεώνει όλους να επιλέξουν πλευρά. Όλους, εκτός από τον «αδιάφορο» ήρωα, ο οποίος πατάει μετέωρος μεταξύ των αντιμαχόμενων. Νιώθει και βλέπει το δίκαιο αίτημα των ομόθρησκών του να αποκτήσουν την κυριότητα της γης τους αλλά δεν συμφωνεί με τις μεθόδους τους. Η βία και η κτηνωδία δεν θα τον αφήσουν ανέγγιχτο, οι φίλοι του είναι άμεσα εμπλεκόμενοι, κάποιοι γνωρίζουν τραγικό θάνατο, κάποιοι μετατρέπονται σε ανθρωπόμορφα κτήνη, η Εμιλί εξαφανίζεται και αυτός αποξενώνεται όλο και περισσότερο.
Δύσκολα να συμπαθήσεις έναν ήρωα όπως ο Γιουνές/Ιωνάς. Σαν τον ήρωα στο τελευταίο βιβλίο του Παμούκ, παίρνει μια απόφαση, στιγμιαία ή μη, που του διαμορφώνει την υπόλοιπη ζωή του. Αμέτοχος και αναποφάσιστος, μετέωρος και αδιάφορος σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του αντιπροσωπεύει τον αλλοτριωμένο άνθρωπο της σύγχρονης εποχής, τον «κακομοίρη» που βρίσκεται μεταξύ δύο κόσμων και δεν ξέρει προς τα πού να στραφεί, ποιο είναι το λάθος και ποιο το σωστό. Ξένος και απρόσωπος για όλους, είναι μονίμως αποδιωγμένος είτε από τους ομόθρησκους του που τον θεωρούν προδότη, είτε από τους ΓαλλοΑλγερίνους, τους pieds-noir (τους «μαυροπόδαρους» όπως τους αποκαλούσαν στην Γαλλία), που κατά βάθος τον σιχαίνονται ως μουσουλμάνο (που πραγματικά είναι).
Ο Χάντρα, μοιάζει κι αυτός μετέωρος στα 2/3 του βιβλίου, εξαντλώντας όποια «μπαναλιτέ» υπάρχει και ότι στερεότυπο στους χαρακτήρες μπορεί να σκεφτεί, αφού στην μυθοπλασία του βιβλίου, υπάρχουν ο «καλός» και ο «κακός» μουσουλμάνος, ο «ακραίος» και ο «ανθρώπινος» ευρωπαίος, οι ηθικοί και οι ανήθικοι της κάθε πλευράς, η ευρωπαία ερωτιάρα ζωντοχήρα που έλκεται από τα θέλγητρα του νεαρού και που γνωρίζοντας ότι είναι μουσουλμάνος τον κάνει πέρα, ο μεγαλοκτηματίας ευρωπαίος που μαστιγώνει τους δυστυχείς μουσουλμάνους εργάτες που ζουν στις τρώγλες κλπ.
Βρίσκει όμως τον εαυτό του και «απογειώνει» το μυθιστόρημα, όταν αρχίζει ο εμφύλιος. Σελίδες γεμάτες ένταση, ολοζώντανες και πειστικές – σκηνές πανοραμικές που αντικατοπτρίζουν με σαφήνεια (αλλά) και λυρισμό τις καταστάσεις ενός λυσσαλέου πολέμου. Το μυθιστόρημα αποκτάει ρυθμό και η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα των μαχών και της αγωνίας περνάει στον αναγνώστη. Η συγγραφική δύναμη / μαγεία του Χάντρα βρίσκεται στις περιγραφές των τοποθεσιών, των καταστάσεων, των γεγονότων, στην παρατήρηση των φαινομένων. Μπορεί να μη φτάνει την εξαιρετική απεικόνιση των τραγικών ημερών του εμφυλίου όπως έκανε ο Μ. Ατιά στο υπέροχο «Μαύρο Αλγέρι», ή να μη διαβάζουμε κάτι που δεν έχουμε διαβάσει σε άλλα παρόμοια βιβλία, αλλά είναι τουλάχιστον μια αποζημίωση για την ερωτική ιστορία που δεν μπορεί να απογειωθεί και η οποία διαποτίζει την ατμόσφαιρα του άνισου και προβληματικού αυτού μυθιστορήματος।
«…Ποιοι είμαστε στ’αλήθεια; Αυτό που υπήρξαμε ή αυτό που θα θέλαμε να έχουμε υπάρξει; Είμαστε οι αδικίες που διαπράξαμε ή οι αδικίες που οι άλλοι διέπραξαν εναντίον μας; Είμαστε οι συναντήσεις που δεν έγιναν ή εκείνες οι τυχαίες συναντήσεις που έκαναν τη μοίρα μας να αλλάξει πορεία; Είμαστε τα παρασκήνια που μας προφύλαξαν από τη ματαιοδοξία ή τα φώτα της ράμπας που έγιναν η πυρά στην οποία καήκαμε; Είμαστε όλα αυτά μαζί, όλη η ζωή που ζήσαμε, με τις καλές και τις κακές της στιγμές, τα κατορθώματα και τα σκαμπανεβάσματά της – και είμαστε επίσης όλα αυτά τα φαντάσματα που μας στοιχειώνουν…είμαστε πολλά πρόσωπα σε ένα, τόσο πειστικοί στους διαφορετικούς ρόλους που φέραμε εις πέρας ώστε μας είναι πια αδύνατον να καταλάβουμε ποιοι ακριβώς υπήρξαμε, ποιοι ακριβώς γίναμε και ποιος απ’όλους αυτούς θα επιβιώσει μετά από εμάς.»
Το βιβλίο έχει τιμηθεί με το βραβείο «καλύτερου μυθιστορήματος 2008» από το περιοδικό Lire και με το βραβείο «France Television 2008». Διαφορετικές απόψεις για το βιβλίο εκφράζονται από τον Μπ.Δερμιτζάκη και τον Πατριάρχη Φώτιο στα blogs τους.
Maurice El Medioni featuring Roberto Rodriguez - 09 - Oran Oran by librofilo
Ο (αφηγητής και ήρωας της ιστορίας) Γιουνές είναι μόλις 9 ετών όταν η οικογένειά του αναγκάζεται να αφήσει την κατεστραμμένη πατρογονική γη για να μετακομίσει στο Οράν. Από την ερημική ζωή στο όλο πέτρα και χώμα αγροτικό πλαίσιο που ζούσε ο πανέξυπνος μικρός, μεταφέρεται στην κοσμοπολίτικη και γεμάτη αντιθέσεις χιλιοτραγουδισμένη πόλη του Καμύ। Αλλα εκεί η ζωή είναι πολύ δύσκολη για την οικογένεια και ο πατέρας του ανήμπορος να θρέψει όλα τα στόματα, δίνει τον μικρό στον φαρμακοποιό αδελφό του, ο οποίος έχει παντρευτεί την γαλλικής καταγωγής Ζερμέν, και ζει μια ζωή αστική γεμάτη βιβλία και πολιτικές συναντήσεις με μορφωμένους Αλγερίνους που ονειρεύονται την ανεξαρτησία τους.
Στην καινούργια του οικογένεια, ο Γιουνές πλέον ονομάζεται (κατά το ευρωπαϊκότερον) Ιωνάς, σύντομα συνειδητοποιεί ότι η ζωή του αλλάζει εντελώς κατεύθυνση και παρότι ο πατέρας του σύντομα εξαφανίζεται και η μητέρα με την μικρή του αδελφή δεν έχουν πλέον να φάνε, αυτός έχει ουσιαστικά σωθεί. Η μετακόμιση της νέας του οικογένειας στο επαρχιακό Ρίο Σαλάδο (σημερινό Ελ-Μαλέχ) κάπου 60 χλμ από το Οράν και το άνοιγμα ενός φαρμακείου εκεί, θα δώσει ακόμα περισσότερη «αστική» πνοή στη ζωή του Ιωνά/Γιουνές ο οποίος κάνει παρέα μόνο με Γάλλους, παρά τις κατά καιρούς προσβολές που υφίσταται ως μουσουλμάνος.
Στα 17 του, θα τον ξελογιάσει η κυρία Καζενάβ, μια κομψή και ωραία Γαλλίδα που έλκεται από την εξωτερική του εμφάνιση και θα του προσφέρει μια μεθυστική «ξεπέτα», η οποία δεν θα επαναληφθεί παρά τις παρακλήσεις του νεαρού. Μερικά χρόνια αργότερα, ο ανύποπτος Γιουνές/Ιωνάς θα ερωτευτεί σφόδρα την πανέμορφη Εμιλί – ρομαντικός και μοναχικός ο νεαρός, θεωρεί ότι βρήκε επιτέλους την μοναδική αγάπη, αλλά η Εμιλί είναι κόρη της κ.Καζενάβ, η οποία βλέποντας πως πάνε τα πράγματα, επισκέπτεται τον Γιουνές/Ιωνά και του «απαγορεύει» το διαφαινόμενο ειδύλλιο με την νεαρά. Τον βάζει μάλιστα να της υποσχεθεί και να ορκισθεί ότι ποτέ δεν θα πλησιάσει την κόρη της. Εκείνος υπακούει και αυτή του η απόφαση θα του καθορίσει τη ζωή. Η Εμιλί δεν μαθαίνει ποτέ τον λόγο της απόριψης, προσβάλλεται και αντιδράει υπακούοντας τυφλά στην μητέρα της η οποία την παντρεύει με έναν από την παρέα των νεαρών. Ο Γιουνές/Ιωνάς αποξενώνεται από όλους, δεν συμμετέχει στις παρέες, νεκρώνει συναισθηματικά.
Όταν ξεσπάει ο πόλεμος της ανεξαρτησίας της Αλγερίας, και οι μουσουλμάνοι παίρνουν τα όπλα, η ζωή στο ειρηνικό χωριό αλλάζει. Ο εμφύλιος τους υποχρεώνει όλους να επιλέξουν πλευρά. Όλους, εκτός από τον «αδιάφορο» ήρωα, ο οποίος πατάει μετέωρος μεταξύ των αντιμαχόμενων. Νιώθει και βλέπει το δίκαιο αίτημα των ομόθρησκών του να αποκτήσουν την κυριότητα της γης τους αλλά δεν συμφωνεί με τις μεθόδους τους. Η βία και η κτηνωδία δεν θα τον αφήσουν ανέγγιχτο, οι φίλοι του είναι άμεσα εμπλεκόμενοι, κάποιοι γνωρίζουν τραγικό θάνατο, κάποιοι μετατρέπονται σε ανθρωπόμορφα κτήνη, η Εμιλί εξαφανίζεται και αυτός αποξενώνεται όλο και περισσότερο.
Δύσκολα να συμπαθήσεις έναν ήρωα όπως ο Γιουνές/Ιωνάς. Σαν τον ήρωα στο τελευταίο βιβλίο του Παμούκ, παίρνει μια απόφαση, στιγμιαία ή μη, που του διαμορφώνει την υπόλοιπη ζωή του. Αμέτοχος και αναποφάσιστος, μετέωρος και αδιάφορος σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του αντιπροσωπεύει τον αλλοτριωμένο άνθρωπο της σύγχρονης εποχής, τον «κακομοίρη» που βρίσκεται μεταξύ δύο κόσμων και δεν ξέρει προς τα πού να στραφεί, ποιο είναι το λάθος και ποιο το σωστό. Ξένος και απρόσωπος για όλους, είναι μονίμως αποδιωγμένος είτε από τους ομόθρησκους του που τον θεωρούν προδότη, είτε από τους ΓαλλοΑλγερίνους, τους pieds-noir (τους «μαυροπόδαρους» όπως τους αποκαλούσαν στην Γαλλία), που κατά βάθος τον σιχαίνονται ως μουσουλμάνο (που πραγματικά είναι).
Ο Χάντρα, μοιάζει κι αυτός μετέωρος στα 2/3 του βιβλίου, εξαντλώντας όποια «μπαναλιτέ» υπάρχει και ότι στερεότυπο στους χαρακτήρες μπορεί να σκεφτεί, αφού στην μυθοπλασία του βιβλίου, υπάρχουν ο «καλός» και ο «κακός» μουσουλμάνος, ο «ακραίος» και ο «ανθρώπινος» ευρωπαίος, οι ηθικοί και οι ανήθικοι της κάθε πλευράς, η ευρωπαία ερωτιάρα ζωντοχήρα που έλκεται από τα θέλγητρα του νεαρού και που γνωρίζοντας ότι είναι μουσουλμάνος τον κάνει πέρα, ο μεγαλοκτηματίας ευρωπαίος που μαστιγώνει τους δυστυχείς μουσουλμάνους εργάτες που ζουν στις τρώγλες κλπ.
Βρίσκει όμως τον εαυτό του και «απογειώνει» το μυθιστόρημα, όταν αρχίζει ο εμφύλιος. Σελίδες γεμάτες ένταση, ολοζώντανες και πειστικές – σκηνές πανοραμικές που αντικατοπτρίζουν με σαφήνεια (αλλά) και λυρισμό τις καταστάσεις ενός λυσσαλέου πολέμου. Το μυθιστόρημα αποκτάει ρυθμό και η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα των μαχών και της αγωνίας περνάει στον αναγνώστη. Η συγγραφική δύναμη / μαγεία του Χάντρα βρίσκεται στις περιγραφές των τοποθεσιών, των καταστάσεων, των γεγονότων, στην παρατήρηση των φαινομένων. Μπορεί να μη φτάνει την εξαιρετική απεικόνιση των τραγικών ημερών του εμφυλίου όπως έκανε ο Μ. Ατιά στο υπέροχο «Μαύρο Αλγέρι», ή να μη διαβάζουμε κάτι που δεν έχουμε διαβάσει σε άλλα παρόμοια βιβλία, αλλά είναι τουλάχιστον μια αποζημίωση για την ερωτική ιστορία που δεν μπορεί να απογειωθεί και η οποία διαποτίζει την ατμόσφαιρα του άνισου και προβληματικού αυτού μυθιστορήματος।
«…Ποιοι είμαστε στ’αλήθεια; Αυτό που υπήρξαμε ή αυτό που θα θέλαμε να έχουμε υπάρξει; Είμαστε οι αδικίες που διαπράξαμε ή οι αδικίες που οι άλλοι διέπραξαν εναντίον μας; Είμαστε οι συναντήσεις που δεν έγιναν ή εκείνες οι τυχαίες συναντήσεις που έκαναν τη μοίρα μας να αλλάξει πορεία; Είμαστε τα παρασκήνια που μας προφύλαξαν από τη ματαιοδοξία ή τα φώτα της ράμπας που έγιναν η πυρά στην οποία καήκαμε; Είμαστε όλα αυτά μαζί, όλη η ζωή που ζήσαμε, με τις καλές και τις κακές της στιγμές, τα κατορθώματα και τα σκαμπανεβάσματά της – και είμαστε επίσης όλα αυτά τα φαντάσματα που μας στοιχειώνουν…είμαστε πολλά πρόσωπα σε ένα, τόσο πειστικοί στους διαφορετικούς ρόλους που φέραμε εις πέρας ώστε μας είναι πια αδύνατον να καταλάβουμε ποιοι ακριβώς υπήρξαμε, ποιοι ακριβώς γίναμε και ποιος απ’όλους αυτούς θα επιβιώσει μετά από εμάς.»
Το βιβλίο έχει τιμηθεί με το βραβείο «καλύτερου μυθιστορήματος 2008» από το περιοδικό Lire και με το βραβείο «France Television 2008». Διαφορετικές απόψεις για το βιβλίο εκφράζονται από τον Μπ.Δερμιτζάκη και τον Πατριάρχη Φώτιο στα blogs τους.
Maurice El Medioni featuring Roberto Rodriguez - 09 - Oran Oran by librofilo
Δημοσίευση σχολίου