Τρίτη, Ιανουαρίου 29, 2008
posted by Librofilo at Τρίτη, Ιανουαρίου 29, 2008 | Permalink
Η ιστορία επαναλαμβάνεται
«Ακόμα κι αν πρόκειται να ζήσεις τρεις χιλιάδες χρόνια ή και τριάντα χιλιάδες,να θυμάσαι ότι κανένας δεν χάνει μιά ζωή άλλη από αυτή την οποία ζει,ούτε ζει ζωή άλλη από αυτή την οποία χάνει.Έτσι,και ο πιο μακρύς βίος και ο πιό σύντομος καταλήγουν στο ίδιο,αφού το παρόν είναι ίσο γιά όλους,ενώ αυτό που έχει χαθεί δεν είναι πιά δικό μας κι αυτό το οποίο χάνουμε τώρα αποτελεί μία και μόνο στιγμή.Γιατί ούτε το παρελθόν μπορεί να χάσει κανείς ούτε το μέλλον:πως θα ήταν δυνατόν να έχανε κάτι που δεν το έχει?Πρέπει λοιπόν να θυμάσαι τούτα τα δύο:Πρώτον , ότι τα πάντα ήταν,ανέκαθεν,της ίδιας λογής και επαναλαμβάνονται κι ότι διόλου δεν διαφέρει αν τα ίδια πράγματα θα τα παρατηρήσει κανείς επί εκατό χρόνια,επί διακόσια ή στη διάρκεια μιάς αιωνιότητας.Και από την άλλη,ότι και ο μακροβιότερος άνθρωπος και αυτός που θα πεθάνει νωρίς κάνει το ίδιο πράγμα.Γιατί αυτό το οποίο πρόκειται να στερηθεί είναι αποκλειστικά το παρόν,αφού αυτό μόνο έχει στα χέρια του,ενώ αυτό που δεν το έχει δεν μπορεί και να το χάσει.»

Το παραπάνω απόσπασμα του Μάρκου Αυρήλιου από το «ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ» μου ήρθε στο μυαλό ,διαβάζοντας το εξαιρετικό βιβλίο του Τομ Χόλαντ «ΡΟΥΒΙΚΩΝΑΣ» (Εκδ.ΩΚΕΑΝΙΔΑ,σελ.588). Το βιβλίο εξιστορεί τα τελευταία 100 περίπου χρόνια της Ρωμαϊκής δημοκρατίας ,ξεκινώντας την αφήγηση από τη σύγκρουση του Μάριου με τον Σύλλα και τελειώνοντας στις ημέρες του Αυγούστου.

Το βιβλίο συζητήθηκε πολύ τα τελευταία χρόνια λόγω της ολοφάνερης ομοιότητας στην πολιτική που ακολουθούν οι ΗΠΑ με την πολιτική που ακολουθούσαν οι Ρωμαίοι.Αυτοκρατορία ή μιά,αυτοκρατορία και η άλλη δυστυχώς ελάχιστα πράγματα άλλαξαν ως προς την εξάσκηση της πολιτικής.Με τον νόμο του ισχυροτέρου οι Ρωμαίοι ανακάλυπταν ή εφεύρισκαν εχθρούς και το δόγμα της «αυτοάμυνας» δεν είναι επινόηση κάποιων φωστήρων του πενταγώνου.Οι ιστορικές συμπτώσεις είναι ανατριχιαστικές.Η Ασία πάντα προβάλλει ως το μεγάλο πρόβλημα και ακόμα κι ένα μικρό παιδί θα μπορούσε να δεί ότι ο Σαντάμ θα μπορούσε να αποτελέσει και ένα Μιθριδάτη της σύγχρονης ιστορίας (στο πιό κιτσάτο,αλλά δεν πειράζει),ενώ η γενοκτονία των Γαλατών κάτι μου θυμίζει,κάτι μου θυμίζει...

Η απόφαση του Ιούλιου Καίσαρα να «διαβεί τον Ρουβίκωνα» - μιά κίνηση που έμελλε να αλλάξει τη ροή της παγκόσμιας ιστορίας είναι ένα μαγικό γεγονός όπου παρατηρούμε την αποφασιστικότητα του Ηγέτη να πάει κόντρα σε θεσμούς και συμμαχίες με μόνο σκοπό την υλοποίηση της φιλοδοξίας του να κυριαρχήσει στην αυτοκρατορία.Ο συγγραφέας περιγράφει εκπληκτικά την ατμόσφαιρα παρακμής και αναρχίας στην πολιτική σκηνή της Ρώμης όταν ο Ζούλιο Σέζαρ αποφασίζει να καταπατήσει τους νόμους της Συγκλήτου και να παρέμβει δυναμικά καταστέλλοντας την Δημοκρατία ουσιαστικά με ένα πραξικόπημα.Το να διαβεί το ποταμάκι με το όνομα που έμεινε στην ιστορία ήταν μία πράξη συμβολική αλλά και ουσιαστική ταυτόχρονα.Ο Χόλαντ τονίζει ότι και ο Σύλλας διέβη κάποιον «Ρουβίκωνα» φέρνοντας τα στρατεύματα μέσα στη πόλη αλλά η πράξη του Ιούλιου Καίσαρα ήταν εκείνη που έμεινε περισσότερο στην ιστορία λόγω και της προσωπικότητας του ανδρός.

Στο βιβλίο περιγράφονται όλες οι πτυχές της παρακμάζουσας Ρωμαϊκής δημοκρατίας.Η αίσθηση ελευθερίας και υπερηφάνειας των πολιτών.Η αδηφαγία και η επίδειξη πλούτου των ισχυρών.Τα απίστευτα συμπόσια και η χλιδή συνδιασμένα με την πολιτικάντικη αθλιότητα.Μούρες εξαίσιες,προσωπικότητες αμφιλεγόμενες,ο Πομπήιος,ο Κράσσος,ο Βρούτος,ο Κάτων (ο αποκαλούμενος και ως Τιμητής),ο Ποσειδώνιος,ο Μάριος,ο Σύλλας είναι από τα διάσημα και ξακουστά ονόματα, μέχρι απίστευτους τύπους όπως ο Σέργιος Οράτας που τροφοδοτούσε την καλή κοινωνία με στρείδια και έγινε πάμπλουτος,ο Λούκουλος που έμεινε στην ιστορία περισσότερο γιά τα συμπόσιά του παρά γιά την πολιτική του δράση,ο Κατιλίνας με τις μεγάλες φιλοδοξίες και τα ακόμα μεγαλύτερα χρέη,ο Κλώδιος που περιφρονούσε οτιδήποτε ορθόδοξο σε όλους τους τομείς,η δαιμονική Κλεοπάτρα που κυριολεκτικά έπαιξε στα δάχτυλά της τον Ζούλιο Σέζαρ αλλά και τον Μάρκο Αντώνιο (περισσότερο αυτόν τον βλάκα).Στο βιβλίο όμως κυριαρχεί πάνω απ’όλες τις μορφές ο χαρακτήρας και η προσωπικότητα του Κικέρωνα.Ρήτωρ ολκής αυτός ο επαρχιώτης,προσπάθησε σκληρά να ανέβει ψηλά και τα κατάφερε.Τον διώχνουν δυό-τρεις φορές κακήν-κακώς από τη Ρώμη,αυτός βρίσκει τον τρόπο και ξαναγυρίζει δυνατότερος.Του καίνε το μέγαρο,το ξαναχτίζει ακόμα καλύτερο.Επιβιώνει όλων των καθεστώτων και όλων των πολιτικών τάσεων γιά να βρει έναν ηρωικό θάνατο αντάξιο της μεγαλοσύνης του.Διατρέχοντας τις σελίδες του βιβλίου δεν μπορείς να μη σταθείς ενεός μπροστά σε τέτοιες προσωπικότητες όπως ο Κικέρων και ο Κάτων,μπροστά σε τέτοιους ηγέτες όπως ο Ιούλιος Καίσαρας και ο Σύλλας (με όλα τα στραβά,τα απίστευτα στραβά τους).

History is repeating,that's for sure,τώρα ως φάρσα ή ως δράμα,αυτό είναι τελείως υποκειμενικό.Υπάρχουν όμως ορισμένες πολιτικές και στρατιωτικές πρακτικές οι οποίες παραμένουν ακριβώς ίδιες όσα χρόνια κι αν περάσουν.Ο συγγραφέας προσπαθεί να τονίσει αυτές τις ομοιότητες γνωρίζοντας ότι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία γιά τον σημερινό αναγνώστη ενός ιστορικού βιβλίου.

Ο Χόλαντ είναι πολύ έξυπνος και ικανός συγγραφέας.Δεν ξέρω εάν είναι καλός ιστορικός,το βιβλίο διαβάζεται σαν μυθιστόρημα,ο λόγος του είναι γλαφυρός και οι περιγραφές των γεγονότων είναι υπέροχες.Το χιούμορ δεν του λείπει και κυρίως όταν γράφει γιά τα συμπόσια και τις ερωτικές σκηνές δίνει ρέστα.Ο χειρισμός της οικονομίας του λόγου και του (έτσι κι αλλιώς ασυμμάζευτου) υλικού που έχει στα χέρια του-μη ξεχνάμε ότι διατρέχει μιά μεγάλη και κρίσιμη περίοδο της ιστορίας – είναι αξιοθαύμαστος,η δε επιμονή σε λεπτομέρειες άλλες φορές συναρπάζει άλλες φορές κουράζει.Η συνολική εικόνα όμως είναι εξαιρετική-ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί απ’όλους είτε τους αρέσει η ιστορία,είτε όχι...
 
Τετάρτη, Ιανουαρίου 23, 2008
posted by Librofilo at Τετάρτη, Ιανουαρίου 23, 2008 | Permalink
Δρόμος γιά την κόλαση

Εκεί όπου ο Κόνραντ συναντάει τον Κόπολα και τον Μίλλερ του Μαντ Μαξ,εκεί όπου ο Φώκνερ συναντάει τον Πέκινπα και κάπου στην άκρη χαμογελάει πονηρά ο γερο-Ερνέστος (Χεμινγουέη) βρίσκεται ο μέγιστος Cormac McCarthy . Το πιό πρόσφατο και βραβευμένο μυθιστόρημα του , "Ο ΔΡΟΜΟΣ" (Εκδ.Καστανιώτης,σελ. 253) (90) δεν είναι ένα συνηθισμένο βιβλίο,δεν είναι ένα ευχάριστο break στη καθημερινότητα ,είναι ένα έργο που το διαβάζεις με ένα κόμπο στο λαιμό,είναι μιά λογοτεχνική «Νύχτα των ζωντανών νεκρών» του Ρομέρο που θυμίζει έντονα το ΟΡΥΞ ΚΑΙ ΚΡΕΪΚ της Άτγουντ (άλλο εκπληκτικό μυθιστόρημα).

Ένας άνδρας σαραντάρης,πενηντάρης (κάπου εκεί τέλος παντων) με τον γιό του που απ’ότι καταλαβαίνουμε είναι γύρω στα δέκα διασχίζουν ένα κομμάτι της καταστραμμένης αμερικάνικης ηπείρου.Πάνε προς το Νότο γιατί δεν αντέχουν να περάσουν άλλο χειμώνα.Είναι από τους τελευταίους ανθρώπους στη γη,έχουν επιζήσει μιάς πυρηνικής καταστροφής.Ο συγγραφέας δεν δίνει παρά ελάχιστα στοιχεία (τα ονόματά τους δεν τα μαθαίνουμε ποτέ),και με μικρές κοφτές προτάσεις,με μικρές παραγράφους οι οποίες λειτουργούν σαν κινηματογραφικά fade-outs σε βάζει στο κλίμα σιγά,σιγά και με μαεστρικό τρόπο.

«Τα ρολόγια σταμάτησαν στη μία και δεκαεφτά.Μιά πελώρια μαχαιριά φωτός κι έπειτα μιά σειρά από βαθιά τραντάγματα.Σηκώθηκε και πήγε στο παράθυρο.Τι ήταν αυτό?ρώτησε εκείνη.Δεν απάντησε.Πήγε στο μπάνιο κι άναψε το φως μα το ρεύμα είχε ήδη κοπεί.Μιά θαμπή ρόδινη λάμψη στο παράθυρο.Έπεσε στο ένα γόνατο και σήκωσε το μοχλό που τάπωνε την μπανιέρα κι άνοιξε ως το τέρμα τις δύο βρύσες μαζί.Εκείνη στεκόταν στην πόρτα με το νυχτικό της σφίγγοντας το κούφωμα,κρατώντας την κοιλιά της στο ένα χέρι.Τι συνέβη?είπε.Τι γίνεται?
Δεν ξέρω.
Πως σου ΄ρθε να κάνεις μπάνιο?
Δεν θα κάνω μπάνιο.»


Το παιδί γεννιέται μετά την καταστροφή,είναι ένα παιδί του νέου κόσμου.Η μητέρα τρεις,τέσσερις μήνες αργότερα αυτοκτονεί.Βλέπει τι γίνεται γύρω της και δεν το αντέχει.Φόνοι,βιασμοί,καταστροφές. «Αργά ή γρήγορα θα μας πιάσουν και θα μας σκοτώσουν.Θα με βιάσουν.Κι αυτόν θα τον βιάσουν.Θα μας βιάσουν και θα μας σκοτώσουν και θα μας φάνε κι εσύ δεν θες να το παραδεχτείς.Προτιμάς να περιμένεις μέχρι να συμβεί.Αλλά εγώ δεν μπορώ.Δεν μπορώ...»

Ο άνδρας και το παιδί «ταξιδεύουν» χρόνια.Σε μιά γή όπου τίποτα δεν έχει επιβιώσει και τα πάντα καίγονται ή είναι ήδη καμμένα.Σε ένα κόσμο ασπρόμαυρο γιατί ο ήλιος έχει καλυφθεί πίσω από μιά ομίχλη.Τα μόνο χρώμα που υπάρχει στο βιβλίο είναι το κόκκινο του αίματος και των πυρκαϊών.Τα πάντα είναι γκρίζα και κρύα.Είναι μιά διαδρομή σε ένα κόσμο αποκάλυψης ,σε μία κόλαση...

Ο άνδρας προσπαθεί να προστατέψει το παιδί με κάθε τρόπο.Ξέρει ότι εάν τους πιάσουν θα τους φάνε,αφού πρώτα βιάσουν τον μικρό–διότι στον καινούριο κόσμο δεν υπάρχουν φιλίες,υπάρχει μόνο η επιβίωση . Φαγητό βρίσκουν μπουκάροντας σε καμμένα ή εγκαταλελειμένα σπίτια και ότι έχει ξεφύγει από τους απειροελάχιστους επιζήσαντες-επιδρομείς.Κονσέρβες,λίγο ρύζι με σκουλήκια,λίγο αλεύρι-πολλή πείνα.

Στο βιβλικό αυτό τοπίο,ο άνδρας προσπαθεί να εμφυσήσει κάποιες από τις «παραδοσιακές αξίες» στο παιδί.Του επαναλαμβάνει συνέχεια ότι «εμείς,είμαστε οι καλοί», «εμείς δεν σκοτώνουμε,εμείς δεν τρώμε άλλους ανθρώπους»,αλλά καταλαβαίνει κι εκείνος πόσο παρωχημένα είναι πλέον όλα αυτά όταν η φρίκη παραμονεύει σε κάθε τους βήμα.

«Ο Δρόμος» είναι ένα αριστουργηματικό μυθιστόρημα που σε κάθε σελίδα που γυρίζεις νιώθεις ένα πανικό γιά το τι θα συναντήσεις παρακάτω.Πτώματα μουμιοποιημένα,καμένα,μισοφαγωμένα.Τρελλαίνεσαι όταν ο ένας παρατάει τον άλλον και πάει να ψάξει γιά κάτι,είσαι σίγουρος ότι ανά πάσα στιγμή κάτι θα συμβεί.Σε κάποια φάση παρακολουθούμε δύο άντρες και μιά γυναίκα οι οποίοι περιφέρονται μέσα στο «δάσος».Η γυναίκα είναι έγκυος.Την επόμενη μέρα ο άντρας και το παιδί,βλέπουν καπνό και μυρίζουν κάτι μαγειρευτό.Η ανάγκη τους γιά τροφή τους ωθεί να πλησιάσουν,οι τύποι εξαφανισμένοι.
«Μπήκαν στο μικρό ξέφωτο,το αγόρι γραπωμένο από το χέρι του.Είχαν πάρει όλα τους τα πράγματα εκτός από κάτι μαύρο καρφωμένο σε ένα ξύλο πάνω από τα κάρβουνα.Στεκόταν κι έλεγχε την περίμετρο και ξαφνικά το αγόρι γύρισε κι έχωσε στο μπουφάν του το κεφάλι.Αχ βρε μπαμπά,έλεγε.Γύρισε να δει και πάλι.Αυτό πού’χε αντικρύσει το παιδί ήταν ένα μισοκαμμένο νεογνό ακέφαλο και ξεκοιλιασμένο να μαυρίζει στη σούβλα.Εγειρε και σήκωσε το αγόρι και γύρισε πάλι κουβαλώντας το κατά το δρόμο.Συγχώρεσέ με,ψιθύριζε.Συγχώρεσέ με.»

Δεν υπάρχει περίπτωση γονιός να διαβάσει το βιβλίο και να μη κοιτάξει διαφορετικά τα παιδιά του μετά.Η ανάγκη για προστασία είναι διάχυτη και έντονη σε όλο το μυθιστόρημα.Ο άντρας είναι άρρωστος,πνέει τα λοίσθια,φτύνει αίμα δεν αντέχει,είναι σίγουρο ότι ζωή πολλή μπροστά του δεν έχει-προσπαθεί να βρει ένα μέρος,κάτι να προστατέψει τον μικρό.Τον δασκαλεύει, «έχεις μιά σφαίρα στο όπλο,ξέρεις τι θα κάνεις».Το βιβλίο τελειώνει όσο αισιόδοξα μπορεί να τελειώσει μιά ιστορία που διαδραματίζεται σε μιά Δαντική κόλαση.Επειδή όλα σ’αυτή τη ζωή έχουν μιά εξήγηση,ο ΜακΚάρθυ ήταν 73 χρονών όταν εκδόθηκε το βιβλίο με ένα εφτάχρονο γιό,μπορούμε να δούμε τον «Δρόμο» και ως μιά κατάθεση αγάπης,ένα γράμμα αποχαιρετισμού στο μικρό αγόρι.

Η γραφή του ΜακΚάρθυ είναι κοφτή,απέριττη αλλά (κατά την άποψή μου)ποιητικότατη.Τα βιβλία του,με αποκορύφωμα το εκπληκτικό ΜΑΤΟΒΑΜΜΕΝΟ ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟ (ψάξτε το κι ας είναι απαράδεκτη η έκδοση,το βιβλίο είναι κορυφαίο),αποπνέουν αρσενική σκληρότητα,κακουχίες,δωρικότητα και απαράμιλλο στυλ.Σίγουρα κάποιοι θα τον απεχθάνονται και τα θέματά του θα τους απωθούν-αλλά βάζω στοίχημα ότι τα μάτια τους αποκλείεται να τα τραβήξουν από τα βιβλία του,αφότου αρχίσουν κάποιο από αυτά.

«Παράδερναν μες στα καμένα ερείπια σπιτιών όπου αλλιώτικα δεν θα ‘μπαιναν ποτέ.Ένα πτώμα να επιπλέει στα μαύρα νερά ενός υπογείου ανάμεσα σε σκουπίδια και σκουριασμένους σωλήνες.Στάθηκε σ’ένα καθιστικό μισοκαμένο κι ανοιχτό με θέα τον ουρανό.Οι διαλυμένες απ’ το νερό σανίδες να γλυστράνε στην αυλή.Μουλιασμένοι τόμοι σε μιά βιβλιοθήκη.Τράβηξε έναν και τον άνοιξε και τον ξανάβαλε στη θέση του.Όλα νοτισμένα.Να σαπίζουν.Σ’ένα συρτάρι βρήκε ένα κερί.Και πως να τ’ανάψει.Το βαλε στη τσέπη του.Βγήκε στο γκρίζο φως και κοντοστάθηκε κι είδε φευγαλέα την απόλυτη αλήθεια του κόσμου.Την παγωμένη ανηλεή περιφορά μιας γης χωρίς διαθήκη.Σκότος αμετακίνητο.Τα τυφλωμένα σκυλιά του ήλιου να τρέχουν.Το μαύρο κενό του σύμπαντος ένα πλάκωμα.Και κάπου εκεί δυο ζώα κυνηγημένα να τρέμουν σαν αλεπούδες στο λαγούμι τους.Χρόνος δανεικός και κόσμος δανεικός και μάτια δανεικά γιά να τον κλαις.»
 
Παρασκευή, Ιανουαρίου 18, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιανουαρίου 18, 2008 | Permalink
Που πήγε το αριστερό της χέρι,γαμώτο?
Περισσότερο δοκίμιο παρά μυθοπλασία ,άρα , μάλλον δύσκολο να καταταχθεί σε κάποιο λογοτεχνικό είδος το «μυθιστόρημα» του Τάκη Θεοδωρόπουλου «ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΧΕΡΙ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ» (Εκδ.Ωκεανίδα,σελ. 240) (71) . Εκ προοιμίου είσαι υποψιασμένος για το τι θα αντιμετωπίσεις αφού τα δημοσιεύματα γύρω από το βιβλίο,οι συζητήσεις που προκάλεσε,οι συνεντεύξεις του συγγραφέα-όλα αυτά δημιούργησαν ένα σχετικό ντόρο και προϊδεάζουν τον αναγνώστη ότι θα διαβάσει κάτι "διαφορετικό".

Κατ’αρχήν η ιστορία,το θέμα...Ο συγγραφέας ασχολείται με την ανεύρεση του περίφημου αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου και τις αναπόφευκτες ίντριγκες που επακολούθησαν, μέχρι την τοποθέτησή του στο μουσείο του Λούβρου.Τα σχετικά ελλειπή ιστορικά γεγονότα ανακατεύονται με την μυθοπλασία ώστε να δημιουργηθεί η πλοκή.Τι μεσολάβησε από την μάλλον τυχαία ανεύρεση του αγάλματος στο χωράφι του γεωργού μέχρι την «θεοποίηση» ενός αγάλματος λειψού αλλά συγκλονιστικού που σε μαγνητίζει με την ομορφιά του?Γιατί θεώρησαν όλοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας ότι έχουν μπροστά τους ένα άγαλμα της θεάς Αφροδίτης και όχι κάποιας άλλης?Τι έγιναν τα χέρια του αγάλματος?Τι κρατούσε στο αριστερό του χέρι?Γιατί αν και μάλλον υπάρχουν ωραιότερα αγάλματα,αυτό το συγκεκριμένο θεωρείται η επιτομή της ομορφιάς?Έχουν σημασία όλα αυτά ή είναι απλώς φιλολογικές συζητήσεις?

Όλα αυτά είναι πολύ ενδιαφέροντα αλλά δυστυχώς δεν «γεμίζουν» ένα μυθιστόρημα.Ενώ το βιβλίο ξεκινάει εξαιρετικά και με προδιαγραφές ιστορίας «μυστηρίου» στην πορεία κουράζει αφάνταστα.Έχω την αίσθηση ότι ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την ιστορία ως background γιά να αναπτύξει την προβληματική του γύρω από την επίδραση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού στην σύγχρονη σκέψη,στον σύγχρονο άνθρωπο.Ο Θεοδωρόπουλος τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την αρχαία Ελλάδα,έγραψε το εξαιρετικό ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ (το οποίο κατά την άποψή μου,αποτέλεσε τομή στον χώρο του ιστορικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα και παρά τις ατέλειες του ήταν συναρπαστικό),μεταφράζει αρχαία κείμενα,δείχνει ότι στρέφεται περισσότερο προς το δοκίμιο προσπαθώντας να κάνει ένα βήμα παραπάνω (ή πιό κάτω,αυτό τώρα είναι τελείως σχετικό).

Στο συγκεκριμένο βιβλίο αυτή του η προσπάθεια φαίνεται αδιέξοδη.Σαν μυθιστόρημα είναι βαρετό,σαν δοκίμιο από τη μιά κουράζει με την επαναληπτικότητα των απόψεων,από την άλλη όμως εκπέμπει γοητεία και (όπως και να το κάνουμε) το θέμα του σε κρατάει.Η γλώσσα του συγγραφέα είναι εξαιρετική και χρησιμοποιεί έξοχα (αν και Γαλλοτραφής) το understatement βάζοντας ειρωνία και χιούμορ σε πολλά σημεία του βιβλίου – αρκούν όμως αυτά?

Τελικά αυτό που (κυρίως )σου μένει είναι η σφοδρή επιθυμία να ξαναδείς το άγαλμα στο Λούβρο,στεκόμενος στις ουρές με τους Γιαπωνέζους τουρίστες και να συλλογιστείς την μυθολογία που αναπτύσσεται γύρω από ένα έργο τέχνης (στην ίδια κατηγορία εμπίπτει και η Μόνα Λίζα),πως λειτουργεί αυτό στο συλλογικό υποσυνείδητο και πως τυχαία γεγονότα (φαντάσου το άγαλμα να είχε βρεθεί εκατό χρόνια αργότερα,ή,έστω και μετά από είκοσι χρόνια όταν είχε σχηματισθεί το νεοελληνικό κράτος) διαμορφώνουν στις περισσότερες των περιστάσεων κάποια πράγματα που θεωρούμε ως δεδομένα.
 
Πέμπτη, Ιανουαρίου 17, 2008
posted by Librofilo at Πέμπτη, Ιανουαρίου 17, 2008 | Permalink
Αντισταθείτε με ένα ποίημα
Δεν μπορείς να μη συμφωνήσεις με την πρόταση της Εαρινής Συμφωνίας..
Κάθε μέρα που περνάει διαπιστώνουμε ότι το "βαρέλι" δεν έχει "πάτο".Να αντισταθούμε λοιπόν,με ένα αγαπημένο μας ποίημα στη "καφρίλα" των ημερών,είναι από τα πιό αισιόδοξα πράγματα που άκουσα και διάβασα τελευταία.
Γι'αυτό λοιπόν χαρίζω στη φίλη Εαρινή ένα διαχρονικό και πολυαγαπημένο ποίημα του Μ.Σαχτούρη που είμαι σίγουρος ότι της αρέσει

Ο ΝΕΚΡΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΕΝΙΑΜΙΝ Δ'ΑΡΚΟΖΙ

Ο Ιωάννης Βενιαμίν δ'Αρκόζι που πέθανε -
"εν ζωή" - και αναστήθηκε μόλις νυχτώνει
κάθε βράδυ σφάζει τα κοπάδια του - γίδια βόδια και
πρόβατα πολλά - πνίγει όλα τα πουλιά του αδειάζει
τα ποτάμια του και πάνω στον κατάμαυρο σταυρό
πού'χει στημένο καταμεσής στο δωμάτιό του
σταυρώνει την αγαπημένη του.Ύστερα κάθεται μπρος
στ'ανοιχτό παράθυρο καπνίζοντας την πίπα του
φτωχός και δακρυσμένος και σκέφτεται νά'χε
κι'αυτός κοπάδια βόδια γίδια και πρόβατα πολλά
νά'χε ποτάμια με γρήγορα ολοκάθαρα νερά
να θαύμαζε κι αυτός το φτερούγισμα των πουλιών
να χαίρονταν κι αυτός τη ζεστή ανάσα της γυναίκας


Κι εγώ με τη σειρά μου προσκαλώ σ'αυτή την ιδιότυπη σκυταλοδρομία τους :

Βιβλιοκαφέ
Delirium Tremens
Βιβλιοφάγο
Δ.Μαμαλούκα
Αθήναιο
 
Δευτέρα, Ιανουαρίου 14, 2008
posted by Librofilo at Δευτέρα, Ιανουαρίου 14, 2008 | Permalink
Αναγνώσεις
Δεν γνωρίζω εάν η Βρετανή συγγραφέας Κάθρην Σάμσον θεωρείται πολλά υποσχόμενη στη χώρα της,ή πλασάρεται ως επίδοξη διάδοχος της P.D.James και της Ρουθ Ρέντελ,αυτό όμως το δεύτερο μυθιστόρημα της (γιά το οποίο στον ξένο τύπο,πήρε εγκωμιαστικότατες κριτικές) «ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ» (Εκδ.Μελάνι,σελ.405) (65) είναι μετριότατο και κυριολεκτικά βγαίνει «εκτός ελέγχου» (το μυθιστόρημα,όχι ο αναγνώστης-αυτός μάλλον έχει κοιμηθεί...).

Το βιβλίο στην αρχή προβλέπεται ιδιαίτερα ενδιαφέρον.Μιά ικανή και τολμηρή ρεπόρτερ,πολεμική ανταποκρίτρια,camerawoman εξαφανίζεται όχι σε πεδίο μάχης αλλά καθώς παρακολουθεί «μαθήματα επιβίωσης δημοσιογράφων σε δύσκολες συνθήκες» τα οποία οργανώνουν πρώην καταδρομείς και άνθρωποι μυστικών υπηρεσιών.Η συνάδελφος της Ρόμπιν Μπαλαντάϊν που έχει μιά εκπομπή αντίστοιχη με αυτήν της Νικολούλη (στο πιό ποιοτικό) προσπαθώντας να καταλάβει πως εξαφανίστηκε η συνάδελφός της,πέφτει πάνω σε στόματα κλειστά όχι μόνο μέσα στην ίδια τη σχολή αλλά και μέσα στο ίδιο το κανάλι.Παράλληλα προσπαθεί να ισορροπήσει τη ζωή της,έχοντας μείνει χήρα με δύο μικρά παιδιά και ζώντας μέσα σε ένα προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον.
Η αναζήτηση της ρεπόρτερ αποδεικνύεται λιγότερο ενδιαφέρουσα από τις οικογενειακές σκηνές της Ρόμπιν και η δράση ενώ στην αρχή προβλέπεται καταιγιστική μετά τις πρώτες 100 σελίδες κάνει κοιλιά και γίνεται προβλέψιμη και κουραστική.

Η ακούραστη Ρόμπιν φτάνει μέχρι τη Καμπότζη γιά να βρεί την αλήθεια,εξετάζει γεγονότα που έγιναν στο Αφγανιστάν αλλά ενώ από τη μέση του βιβλίου όλα δείχνουν προς ένα συγκεκριμένο ένοχο,η συγγραφέας θεωρητικολογεί και αποδυναμώνει όλο και περισσότερο την (εξ αρχής ) άχρωμη ηρωίδα της.Ορισμένες καλές σκηνές δεν σώζουν ένα μάλλον αδιάφορο μυθιστόρημα ,το οποίο θα λειτουργούσε καλύτερα σε μιά ευπρόσωπη κινηματογραφική μεταφορά.

Αντίθετα,το φιλοσοφικό παραμύθι της Ιρέν Νεμιρόβσκυ «ΤΟ ΠΑΙΔΙ-ΘΑΥΜΑ» (Εκδ.Πατάκη,σελ. 91) (81) είναι εξαιρετικό.
Σ’αυτή τη νεανική νουβέλα της,η τραγική συγγραφέας εξιστορεί την σύντομη ζωή ενός παιδιού με εκπληκτικά χαρίσματα που η ζωή του όμως (σε αντίθεση με τα δήθεν φιλοσοφικά παραμύθια του Κοέλο) δεν του χαρίζει την ευτυχία.

Η ιστορία του μικρού Ισμαήλ,είναι απλή και συγκινητική.Ένα χαμίνι του λιμανιού,μεγαλωμένο μέσα στις ταβέρνες και τα καταγώγεια της Οδησσού,έχει το χάρισμα να φτιάχνει καταπληκτικά τραγούδια από το παραμικρό,το οτιδήποτε.Με φωνή αηδονιού ευφραίνει τις βασανισμένες ψυχές των θαμώνων.Ένας αριστοκράτης τον ακούει,τον αγοράζει και τον κάνει δώρο σε μία πάμπλουτη κόμησα.Εκείνη λατρεύει το καινούριο παιχνίδι της και του φέρεται σαν να είναι κανένα ζωάκι.Αναλαμβάνει τη μόρφωσή του,τον έχει στα πούπουλα-ο μικρός την ερωτεύεται.Αλλά σιγά-σιγά μεγαλώνει και η έμπνευση χάνεται.Κάποια στιγμή συνειδητοποιεί ότι το παιδί-θαύμα δεν υπάρχει πιά,στη θέση του είναι ένας έφηβος,λίγο μπουνταλάς,λίγο αφελής.Ο μικρός προσπαθεί να γράψει στίχους αλλά δεν «του βγαίνει» τίποτα.Διαβάζει βιβλία θεωρητικού περιεχομένου μπας και (ξανα)ανακαλύψει κάποιο μυστικό της γραφής αλλά αυτά που γράφει είναι ασήμαντα.Προσπαθεί να γίνει ένας άλλος,να γράψει πράγματα που είναι έξω από αυτόν.Η πτώση που έρχεται είναι απότομη και συγκλονιστική.

Η Νεμιρόβσκυ γράφει γιά τη χαμένη παιδική αθωότητα,την εκμετάλλευση,την ευαισθησία των «χαρισματικών» ανθρώπων η οποία επιφέρει περισσότερα βάσανα παρά χαρές,την αγνότητα του απλού ανθρώπου αλλά και την κακομοιριά του ταυτόχρονα.Δεν χαρίζεται στους συμπατριώτες της Εβραίους της Οδησσού,δεν χαρίζεται ούτε στον εαυτό της τον ίδιο γιατί κι’εκείνη σαν παιδί-θαύμα θεωρήθηκε κάποτε.Οι συγκυρίες όμως την βοήθησαν σε αντίθεση με τον μικρό Ισμαήλ,εκείνη προσαρμόστηκε στον καινούριο κόσμο,ενώ ο Ισμαήλ δεν ανήκει πουθενά,ξένος γιά τους δικούς του όταν γυρίζει διωγμένος από την κόμησα,ξένος γιά τον κόσμο της παιδικής του ηλικίας ,τριγυρίζει ζωντανός-νεκρός στα μέρη που γνώρισε τον θρίαμβο σαν παιδί.

Η παγκόσμια λογοτεχνία ευτύχησε να βρεί ένα κλασσικό έργο σ’αυτή τη χαμένη γιά 65 χρόνια Γαλλική Σουίτα,το ερώτημα όμως παραμένει.Εάν η Ιρέν Νεμιρόβσκυ δεν χανόταν τόσο απότομα και τόσο άδικα,τι εκπληκτικά αριστουργήματα θα παρέδιδε στο ανθρώπινο πνεύμα . Συγγραφέας μεγάλου (πολύ μεγάλου) βεληνεκούς,άνθρωπος χωρίς πατρίδα,πνεύμα βασανισμένο,παρά την φαινομενικά ήρεμη μεγαλοαστική ζωή της γνωρίζει τώρα κοντά 70 χρόνια από τον θάνατό της,την παγκόσμια αναγνώριση.Τα παιχνίδια της μοίρας...
 
Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008
posted by Librofilo at Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008 | Permalink
Είναι η ζωή μιά νιφάδα του χιονιού?
Ανοίγοντας το ιδιοφυές «ΧΙΟΝΙ» του ΟΡΧΑΝ ΠΑΜΟΥΚ (εκδ.Ωκεανίδα,σελ.686) (83) βρίσκεις δύο φράσεις που αντιπροσωπεύουν ακριβώς το πνεύμα του βιβλίου.
«Η πολιτική σε ένα λογοτεχνικό κείμενο μοιάζει με πιστολιά που ακούγεται στη διάρκεια ενός κονσέρτου,κάτι χυδαίο που δεν μπορείς όμως να αγνοήσεις.Τώρα θα μιλήσουμε γιά πολύ άσχημα πράγματα...»Σταντάλ,Το μοναστήρι της Πάρμας
και
«Εξαφανίστε το λαό,συντρίψτε τον,κλείστε του το στόμα.Γιατί ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός είναι πιό σημαντικός από το λαό.»Ντοστογιέφσκι,Σημειώσεις γιά τους Αδελφούς Καραμαζόφ.

Η πολιτική είναι διαρκώς παρούσα ακόμα και στις ερωτικές σκηνές αυτού του εξαιρετικού μυθιστορήματος όπως είναι παρούσες οι διαρκείς λογοτεχνικές αναφορές του συγγραφέα εκτός των δύο προαναφερομένων (Σταντάλ+Ντοστογιέφσκι) και στον «Ξένο» του Καμύ και στο «Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου» του Μάρκες.

Βρισκόμαστε στο 1992 και ο γνωστός ποιητής Κα χρόνια πολιτικός εξόριστος στη Γερμανία,φτάνει στην μικρή αλλά ιστορική πόλη του Καρς κοντά στα ΤουρκοΑρμενικά σύνορα.Επιστρέφει στην Τουρκία ως δημοσιογράφος γιά να καταγράψει τις αιτίες που οδήγησαν αρκετές νεαρές μουσουλμάνες στην αυτοκτονία και γιά συναισθηματικούς λόγους,γιά να βρεί μιά παλιά του συμφοιτητήτρια εκπάγλου καλλονής η οποία όπως ανακάλυψε πρόσφατα έχει χωρίσει από τον άντρα της.Με το που πατάει το πόδι του στη πόλη,αποκλείεται εκεί λόγω της κακοκαιρίας.Η πόλη θα παραμείνει αποκλεισμένη και απομονωμένη γιά τρεις ημέρες.Ο Παμούκ χρησιμοποιεί το σκηνικό αυτό,μιά πόλη που έχει πάρει το όνομά της από το χιόνι (Καρς από το karsu=χιονόνερο,Καρ είναι το χιόνι),γιά να αναπτύξει την θεματική που είναι κοινή σε όλο του το λογοτεχνικό έργο.Την αντίθεση μεταξύ της Κεμαλικής Τουρκίας που προσπαθεί να προσεγγίσει την Δύση και της Ισλαμικής Τουρκίας που μισεί οτιδήποτε ευρωπαϊκό ως άθεο και διαβολικό.

Ο συγγραφέας μιλάει γιά την φτώχεια,την ανεργία,τους μουλάδες,την αυτοκτονία ως μέσο αντίστασης,την ποιητικότητα των τοπίων και των τόπων,τον μπερδεμένο Τούρκο της αστικής τάξης του σήμερα που από τη μιά γνωρίζει ότι η προσέγγιση με την Ευρώπη είναι μονόδρομος ανάπτυξης αλλά από την άλλη οι παραδόσεις,τα ήθη κι’έθιμα τον κρατάνε κολλημένο.

Ο Κα στην έρευνά του γιά τις αυτόχειρες μαντηλοφορούσες συναντάει την δυσπιστία,μπλέκεται με διάφορους απίθανους τύπους,ερωτεύεται την παλιά του συμφοιτήτρια Ιπέκ,της οποίας η αδερφή Καντιφέ είναι από τις αρχηγούς του «κινήματος της μαντήλας» και μέσα σε όλα αυτά,ένας μεσήλικας ηθοποιός με αφορμή μιά θεατρική παράσταση που μεταδίδεται απευθείας σε τοπικό επίπεδο πραγματοποιεί με τη συνεργασία μιά μονάδας στρατού που υπάρχει μόνιμα στο Καρς ένα πραξικόπημα-οπερέττα που ξεκινάει με λουτρό αίματος μέσα στο θέατρο (ευθεία αναφορά στα τραγικά γεγονότα στο θέατρο της Μόσχας μερκά χρόνια πριν)και στρέφεται εναντίον όλων αυτών που «εμποδίζουν» την ανάπτυξη της χώρας.
Το βιβλίο σιγά-σιγά μετατρέπεται σε ένα πολιτικό θρίλερ που μαζί με την υπέροχη ιστορία αγάπης μεταξύ Κα και Ιπέκ συναρπάζει και προβληματίζει.

Ο Κα (όπως και ο Παμούκ άλλωστε) είναι ένας αστός,μεγαλωμένος σε μιά μεγαλοαστική εξευρωπαϊσμένη συνοικία της Πόλης (εάν περπατήσει κανείς στο Νισάντας νομίζει ότι βρίσκεται σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή συνοικία).Είναι λοιπόν ένας «ξένος» μέσα στην ίδια του την πατρίδα,χαρακτηριζόμενος ως «άθεος» από τους φονταμενταλιστές μουσουλμάνους και ως περίεργα συμπαθών τους μουσουλμάνους από τους Κεμαλιστές...Συγκινείται ακούγοντας τα τραγούδια,πίνοντας τσάϊ σε ταπεινά καφενεδάκια(τσαϊχανέδες),βλέποντας την γλυκύτητα του βλέμματος των απλών ανθρώπων,αλλά αυτός ο κόσμος δεν είναι ο κόσμος του.Συνειδητοποιεί όσο περνάνε οι μέρες τον δυισμό της προσωπικότητάς του και πέφτει συνεχώς σε αντιφάσεις υποστηρίζοντας τις ιδέες του.

Ο ποιητής ξαναβρίσκει μέσα στη λυρικότητα του τοπίου και βλέποντας τις νιφάδες του χιονιού να πέφτουν συνέχεια την χαμένη του έμπνευση.Τα μεγάλα μάτια της μυστηριώδους Ιπέκ τον τρελλαίνουν αλλά η πεζή καθημερινότητα,οι ίντριγκες και το πολιτικό κλίμα τον επαναφέρουν στη σκληρή πραγματικότητα και τον οδηγούν σε λανθασμένες κινήσεις που θα του κοστίσουν τη ζωή.Το ότι ο Κα είναι νεκρός το μαθαίνουμε από την αρχή του βιβλίου.Σαν άλλος Μάρκες,ο Παμούκ μας δίνει τις πληροφορίες γιά τον θάνατό του σε μικρές δόσεις,που και πως σκοτώθηκε ο ποιητής,τι είναι αυτό που του κόστισε τη ζωή,τι πήγε στραβά στην ερωτική ιστορία θα το μάθουμε προς το τέλος (την ιστορία την αφηγείται ο ίδιος ο συγγραφέας μετέχοντας κατά κάποιο τρόπο στην πλοκή διότι αναζητάει τα ποιήματα που έγραψε ο Κα στο Καρς),παρότι το υποψιαζόμαστε από την αρχή.

«...Τι κάνω σ’αυτό τον κόσμο?αναρωτήθηκε ο Κα.Πόσο θλιβερές φαίνονται από μακριά οι νιφάδες του χιονιού,πόσο θλιβερή είναι η ζωή μου.Ο άνθρωπος ζει,φθείρεται,εξαφανίζεται.Σκέφτηκε ότι κι ο ίδιος υπάρχει και συνάμα χάνεται:αγαπούσε τον εαυτό του,με αγάπη και θλίψη παρατηρούσε το δρόμο που είχε πάρει η ζωή του,σαν νιφάδα του χιονιού.Ο πατέρας του χρησιμοποιούσε ένα συγκεκριμένο αφρό ξυρίσματος,θυμήθηκε τη μυρωδιά του.Και καθώς μύριζε τη μυρωδιά , του ήρθαν στο μυαλό τα κρύα πόδια της μάνας του μέσα στις παντόφλες καθώς ετοίμαζε πρωινό στη κουζίνα,μιά βούρτσα μαλλιών,το γλυκό,ροζ σιρόπι γιά τον βήχα που του δώσανε να πιεί μιά νύχτα που ξύπνησε βήχοντας,το κουταλάκι που του βάλανε στο στόμα,τα μικρά πράγματα που είναι η ζωή,πως όλα συγκροτούν μιά ολότητα,μιά νιφάδα χιονιού...»

Το βιβλίο είναι απολαυστικό,τρυφερό,με χιούμορ και παρά τον μεγάλο όγκο του κυλάει και διαβάζεται ευχάριστα.Δυστυχώς ο Παμούκ κάπου χάνει τον έλεγχο με τα πολλά πρόσωπα που εισάγει στην πλοκή.Θέλει να μιλήσει γιά πολλά οπότε κάποια σημαντικά στοιχεία και κάποιοι χαρακτήρες μένουν ανολοκλήρωτοι ενώ οι δύο-τρεις κύριοι πρωταγωνιστές (ο Κα,η Ιπέκ και ο – θα ήθελα να ήμουν Μπιν Λάντεν αλλά ξέπεσα σ’αυτό το κολοχώρι – Λατζιβέρτ ) είναι εκπληκτικές μυθιστορηματικές μορφές...Η ιστορία με τις νεαρές αυτόχειρες μας αφήνει κάπου στη μέση χωρίς μεγαλύτερη εμβάθυνση παρότι προμηνύεται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα,ενώ η προσωπικότητα της νεαρής Καντιφέ δεν διαφωτίζεται επαρκώς.Μάλλον όμως ψάχνω γιά «ψύλους στα άχυρα» και οι μικροενστάσεις μου δεν επηρεάζουν την γοητεία και την απόλαυση που εισπράττει ο αναγνώστης.

Στο προσωπικό μου Παμουκόμετρο (καλός ό όρος?),το Χιόνι καταλαμβάνει μιά καλή θέση αλλά είναι πιό κάτω από το ΜΑΥΡΟ ΒΙΒΛΙΟ και το ΜΕ ΛΕΝΕ ΚΟΚΚΙΝΟ τα οποία θεωρώ πληρέστερα μυθιστορήματα.Νιώθω (χωρίς να μπορώ να το τεκμηριώσω) ότι ο Παμούκ γνωρίζοντας πλέον τη διεθνή αναγνώριση «πιέζεται» να πολιτικολογήσει και να τεκμηριώσει τις απόψεις του μέσα από τον μυθιστορηματικό λόγο παραμελλώντας τις μεγάλες ικανότητές του που είναι η αφήγηση ιστοριών,η ανάμιξη μύθων/παραδόσεων στο σύγχρονο τουρκικό γίγνεσθαι,και η αξεπέραστη λυρικότητά του.
 
Παρασκευή, Ιανουαρίου 04, 2008
posted by Librofilo at Παρασκευή, Ιανουαρίου 04, 2008 | Permalink
Αυτός καλά τα λέει,αλλά ποιός τον ακούει...
Το πόσο γουστάρω τον Eric-Emmanuel Schmitt δεν περιγράφεται.Χωρίς να είναι ο μεγάλος συγγραφέας,χωρίς οι απόψεις του να χαρακτηρίζονται από καμμιά τρομερή πρωτοτυπία έχει ένα μεγάλο ταλέντο στον υπαινικτικό και φαρμακερό λόγο προσδίδοντας λογοτεχνική χροιά στα αποφθέγματα του υπέροχου κυνικού Λα Ροσφουκώ.

Ιδού λοιπόν δύο φράσεις γιά τις σχέσεις ανδρών και γυναικών που δίνουν αρκετή τροφή γιά σκέψη.
Πές τα μεγάλε...

Ιδού η συζυγική ζωή : Μιά εταιρεία φονιάδων που αρπάζονται με τους άλλους,πριν αρπαχτούν μεταξύ τους.Μιά μακριά διαδρομή προς τον θάνατο που σπέρνει πτώματα στο πέρασμά της.
Ένα νέο ζευγάρι ,είναι ένα ζευγάρι όπου ο ένας προσπαθεί να εξοντώσει τον άλλον.Όταν βλέπετε μιά γυναίκα κι’έναν άντρα μπροστά στον Δήμαρχο,αναρωτιέστε ποτέ ποιός απ’τους δυό θα είναι ο δολοφόνος?


Και γιά επιδόρπιο

Οι άντρες και οι γυναίκες,μένουν μαζί χάρη σε ότι πιό κακό,άσχημο και χαμερπές διαθέτουν : το συμφέρον,την αγωνία της αλλαγής,το φόβο των γηρατειών,την απειλή της μοναξιάς.
 
Τετάρτη, Ιανουαρίου 02, 2008
posted by Librofilo at Τετάρτη, Ιανουαρίου 02, 2008 | Permalink
2007-ένας μικρός απολογισμός
Όπως πέρυσι έτσι και φέτος (ακριβώς την ίδια ημερομηνία),το πρώτο ποστ του έτους που μόλις ξεκίνησε, είναι αφιερωμένο σε ένα λογοτεχνικό απολογισμό της χρονιάς που έφυγε.Καθώς σκεπτόμουν ποιά βιβλία να επιλέξω ως αυτά που ξεχώρισα μέσα στο 2007,περισσότερο στριφογύριζαν στο μυαλό μου τα βιβλία που με περιμένουν υπομονετικά εδώ και αρκετούς μήνες στη βιβλιοθήκη να τα διαβάσω.

Τελικά το να διαβάζεις πολλά βιβλία είναι μιά παγίδα,ένας λαβύρινθος-ακολουθείς τα σημάδια και προσπαθείς να φτάσεις κάπου (δεν ξέρεις ούτε ο ίδιος που...),και όσο χώνεσαι σ’αυτό το λαβύρινθο,όλο και περισσότερα δωμάτια,όλο και περισσότερες πόρτες βρίσκεις μπροστά σου,αλλά σ’αρέσει και περπατάς,και συνεχίζεις και βαθειά μέσα σου το ξέρεις ότι δεν θα φτάσεις πουθενά,αυτός ο λαβύρινθος δεν έχει έξοδο,απλά περισσότερα δωμάτια...

Διάβασα εξαιρετικά μυθιστορήματα τους τελευταίους δώδεκα μήνες.Βιβλία που με συγκίνησαν,με προβλημάτισαν,με διασκέδασαν...Πάντα είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις λίγα,τελικά εγώ τουλάχιστον προσπαθώ να διαλέξω αυτά που συνόδευσαν τη σκέψη μου αρκετό καιρό αφότου τα τελείωσα-γι’αυτό μη κοιτάτε τόσο πολύ τις βαθμολογίες που έβαζα μόλις διάβαζα ένα βιβλίο.Το πιθανότερο είναι ,ένα μήνα μετά την ανάγνωσή του,το ίδιο βιβλίο να έπαιρνε λιγότερο ή περισσότερο μιάς που παίζει μεγάλο ρόλο το τι αφήνει στη μνήμη μου μετά από καιρό.Οπότε λοιπόν κάπως έτσι καθορίζεται η λίστα της χρονιάς...

Ο συγγραφέας που σημάδεψε το 2007 στη συνείδησή μου ήταν σίγουρα ο Sebald (γιά μένα,ο συγγραφέας της χρονιάς) .Τα δύο «μυθιστορήματά» του που εξέδωσε η ΑΓΡΑ («Ξεριζωμένοι» και ο «Άουστερλιτς») μέσα στη χρονιά αποτέλεσαν μιά μεγάλη έκπληξη γιά μένα.Στην προσωπική μου βαθμολογία πλησίασαν το άριστα.

Το «Νυχτερινό τρένο γιά τη Λισαβώνα» του παντελώς άγνωστού μου Pascal Mercier ήταν άλλη μιά μεγάλη έκπληξη.Ένα μυθιστόρημα σχεδόν τέλειο που ακόμα αναρωτιέμαι πως το ανακάλυψα.

Ψηλά στη λίστα μου είναι και δύο συγγενή υφολογικά μυθιστορήματα, το «Τράνζιτο» της Seghers και το συγκινητικότατο «Ξενοδοχείο Lutetia» του Pierre Assouline.Βιβλία που τα χάρηκα,με έκαναν να δακρύσω (κάτι ιδιαίτερα δύσκολο),με άγγιξαν ιδιαίτερα.

Εκπληκτικά βιβλία ήταν «Ο Μεσσίας» του Gore Vidal,το «Νορβηγικό Δάσος» του Χ.Μουρακάμι,το εξαίσιο «Βιβλίο του Ντάνιελ» του Doctorow.Δεν μπορώ να ξεχωρίσω ποιό από τα τρία μου άρεσε περισσότερο,ήταν όλα συγκλονιστικά.

Δεν μπορώ επίσης να μη σταθώ σε άλλα τρία συγκλονιστικα μυθιστορήματα που κυριολεκτικά τα απόλαυσα, «Ο καιρός των τραγουδιών μας» του R.Powers, «Ο βασιλιάς είναι νεκρός» του Jim Lewis ,και το αλησμόνητο «Εγχειρίδιο ιχθύων» του R.Flanagan. Τρία βιβλία που «καρφώθηκαν» στο μυαλό μου γιά αρκετό καιρό...

Το λογοτεχνικό γεγονός της χρονιάς –κατά την άποψή μου πάντα – ήταν η έκδοση του μοναδικού αριστουργήματος «ΔΡ ΖΙΒΑΓΚΟ» του ΜΠ.ΠΑΣΤΕΡΝΑΚ . Βιβλίο που σημάδεψε το καλοκαίρι μου,βιβλίο που δεν μπαίνει σε καλούπια και είναι άδικο να «κριθεί» μαζί με άλλα,εάν μου έλεγαν «κράτα ένα βιβλίο από το 2007» θα ήταν σίγουρα αυτό.

Δεν θα ήθελα να αναφερθώ στην Ελληνική λογοτεχνική παραγωγή της χρονιάς που έφυγε.Πρώτον γιατί δεν διάβασα αρκετά μυθιστορήματα Ελλήνων συγγραφέων,δεύτερον γιατί από όσα διάβασα ελάχιστα με συγκίνησαν,τρίτον γιατί από αυτά τα λίγα που διάβασα,τα περισσότερα είχαν βγει την προηγούμενη χρονιά.Σίγουρα με ικανοποίησε περισσότερο απ’όλα «Η χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» του φίλτατου Δημ.Μαμαλούκα,που το θεωρώ ένα υπέροχο μυθιστόρημα και χαίρομαι που οι περισσότεροι κριτικοί συμφώνησαν μαζί μου,ενώ το πλέον συγκινητικό κείμενο που έχω διαβάσει τα 4-5 τελευταία χρόνια είναι τα εξαίσια "Γραμμένα φιλιά" του Γ.Ευσταθιάδη,ένα βιβλιαράκι που πρέπει να διαβαστεί από όλους.

Τείνω να συμφωνήσω με τις απόψεις του Πατριάρχη Φώτιου στο ποστ του γιά τη ελληνική παραγωγή τη χρονιά που έφυγε,και η άποψή μου είναι ότι εάν κάποιος δεν συνδέεται επαγγελματικά με τον χώρο του βιβλίου σπαταλάει πολύτιμο αναγνωστικό χρόνο ασχολούμενος με την ελληνική λογοτεχνία όταν εκδίδονται συνεχώς πολύ αξιόλογα μεταφρασμένα βιβλία.

Σας εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου το 2008 να σας φέρει ότι πραγματικά επιθυμείτε.Δεσμεύομαι να γράφω συχνότερα και με λιγότερη αυτολογοκρισία.Γιά να το επιτύχω αυτό δεν θα επιτρέπω πλέον τον σχολιασμό στο blog.Ξέρω ότι αυτή μου η απόφαση «καταστρέφει» ένα απαραίτητο συστατικό του blogging που είναι η interactive επικοινωνία,αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς θεωρώ αυτή μου την απόφαση απαραίτητη την παρούσα στιγμή.Όποιος φίλος επιθυμεί μπορεί να μου στέλνει mail στις διευθύνσεις librofilo1@gmail.com και librofilo@mailbox.gr και να ανταλάσσουμε απόψεις / γνώμες γιά βιβλία.