Τρίτη, Οκτωβρίου 30, 2007
posted by Librofilo at Τρίτη, Οκτωβρίου 30, 2007 | Permalink
Faraway,so close...
Με τη νουβέλα του «ΠΑΡΑΒΟΛΗ» (Εκδ.Καστανιώτη),ο σχετικά νέος πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας Κωνσταντίνος Τζαμιώτης πραγματοποιεί ένα μελλοντολογικό ταξίδι σε ένα κόσμο εικονικής πραγματικότητας και τα καταφέρνει θαυμάσια (82).
Με ίσως την μεγαλύτερη αγωνία της ανθρωπότητας καταπιάνεται ο συγγραφέας,με τον φόβο του θανάτου,του απόλυτου κενού,του χάους.Τι γίνεται λοιπόν όταν κάποιος που διαθέτει την οικονομική άνεση μπορεί να «αποκαταστήσει» την τάξη και να διατηρήσει ένα εικονικό status quo?Εφιαλτικό?Τερατώδες?Η απλά κάτι που ενδέχεται να βρούμε μπροστά μας στο (όχι και τόσο μακρινό) μέλλον?
Ο κεντρικός πρωταγωνιστής της νουβέλας,είναι ο Χ.Α.Ρόντας,ένας «ειδικός παραλήπτης»,ένας «ρυθμιστής».Η δουλειά του είναι να παραλαμβάνει προσωπικά αντικείμενα,ηχητικά ντοκουμέντα,γραπτά και διάφορα άλλα,ώστε η εταιρεία του να κατασκευάσει ένα ολόγραμμα,μιά ψηφιακή αναπαράσταση του εκλιπόντος με αποκλειστικό αντικείμενο την διατήρηση της «παρουσίας του» έστω και κατ’αυτό τον τρόπο.
Θυμίζει λίγο την αμερικάνικη ταινία «The final cut» με τον Robin Williams,όπου εκεί με ένα μικροτσίπ που έμπαινε στον εγκέφαλο του ετοιμοθάνατου,ο πρωταγωνιστής αναπαριστούσε στην κηδεία της ιστορία της ζωής του εκλιπόντος,ένα είδος αυτοβιογραφίας με απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Ο Τζαμιώτης όμως χρησιμοποιεί αυτό το εύρημα ως ευκαιρία να γράψει ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις,την μοναξιά,την αποξένωση,τον έρωτα.
«...Υπάρχουν τόσες εκκρεμότητες που πρέπει να διευθετηθούν,μικρές βεβαιότητες που περιμένουν να ισχυροποιηθούν,ελπίδες που προσδοκούν την επαλήθευσή τους.Όλα βρίσκονται εκεί έξω.Μόνο εκεί μπορεί να βρει κανείς πραγματικούς ανθρώπους,με πραγματικές ανάγκες.Το γεγονός πως τίποτε απ’όλα αυτά δεν προέρχεται από τον ίδιο,πως τίποτα δικό του δεν περιλαμβάνεται σ’αυτά τον αφήνει αδιάφορο.Ο Χ.Α.Ρόντας γνωρίζει πως το μόνο πράγμα που του ανήκει,το μόνο πράγμα που τον καθιστά επαρκή είναι οι ανάγκες,οι ψευδαισθήσεις αυτών των ανθρώπων.Εδώ και χρόνια οι υποθέσεις που αναλαμβάνει είναι η μόνη ζωή που διαθέτει.Τα προσωπικά δεδομένα που παραλαμβάνει υποκαθιστούν τις απαντήσεις που δεν τολμά να διεκδικήσει,συντηρούν τον ατομικό εξοπλισμό του,τρέφουν το ζωτικό ψεύδος της ύπαρξής του.Απέναντι σ’αυτή την πανίσχυρη βεβαιότητα τίποτε άλλο δεν έχει σημασία...»
Όπως αναφέρει και η Σ.Σκαλίδη στην κριτική της γιά το βιβλίο,η ατμόσφαιρα είναι Καφκική και η δύναμη της γλώσσας του συγγραφέα σε γοητεύει και σε παρασύρει σε αναγνωστικές απολαύσεις που δύσκολα συναντάς στην σύγχρονη νεοελληνική πεζογραφία.
Σκηνές πολύ δυνατές όπως του οικογενειακού δείπνου (που έχει την κινηματογραφική δομή ενός Μπουνιέλ),της αυτοϊκανοποίησης του Ρόντα προβάλλοντας στην οθόνη τον εαυτό του να κάνει έρωτα με μιά γυναίκα,όπως οι συνομιλίες με την νεαρή έγκλειστη στο γυάλινο κουβούκλιο,εντυπώνονται στο μυαλό του αναγνώστη και τον συνοδεύουν ως εικόνες αρκετό καιρό μετά την ανάγνωση του βιβλίου.
Αλληγορία πραγματικότητας και φαντασίας,σαρκασμός πάνω στην ξέφρενη αναζήτηση της ευτυχίας ,κριτική της ουτοπίας (μάλλον «δυστοπίας» όπως χαρακτηριστικά γράφει η Λ.Πανταλέων στην εξαιρετική ανάλυσή της γιά το βιβλίο)γιά την διαιώνιση του ανθρώπινου είδους,η νουβέλα του Τζαμιώτη επιβάλλεται με την πυκνότητά της και τα νοήματα που εμπεριέχει.
Υ.Γ.Προσθήκη μιά μέρα μετά..Επειδή ήρθε ως flash,έψαξα το απόσπασμα,το βρήκα και ιδού-μάλλον ταιριάζει (αν κι εδώ που τα λέμε ο γέρο-Jorge είναι παντός καιρού και ποστ)...
"Τι είναι η μακροζωία?
Είναι η φρίκη του να είσαι μέσα σε ένα ανθρώπινο σώμα που οι λειτουργίες του φθίνουν,είναι μιά αϋπνία πυ μετριέται σε δεκάδες κι'οχι με ατσάλινες βελόνες,είναι το βάρος θαλασσών και πυραμίδων,ξημερωμάτων που αντίκρυσε ο Αδάμ,αρχαίων βιβλιοθηκών και δυναστειών,είναι να μην αγνοώ πως είμαι εγκάθειρκτος στην σάρκα μου,στην απεχθή φωνή μου,στ'όνομά μου,σε μιά ρουτίνα αναμνήσεων,στα ισπανικά που δεν ξέρω να τα χειρίζομαι,στη νοσταλγία των λατινικών που δεν τα ξέρω,είναι να θέλω να βυθιστώ στον θάνατο και να μη μπορώ να βυθιστώ στον θάνατο,είναι να είμαι και να συνεχίζω να είμαι."
(Ποιού άλλου?)Jorge Luis Borges
Με ίσως την μεγαλύτερη αγωνία της ανθρωπότητας καταπιάνεται ο συγγραφέας,με τον φόβο του θανάτου,του απόλυτου κενού,του χάους.Τι γίνεται λοιπόν όταν κάποιος που διαθέτει την οικονομική άνεση μπορεί να «αποκαταστήσει» την τάξη και να διατηρήσει ένα εικονικό status quo?Εφιαλτικό?Τερατώδες?Η απλά κάτι που ενδέχεται να βρούμε μπροστά μας στο (όχι και τόσο μακρινό) μέλλον?
Ο κεντρικός πρωταγωνιστής της νουβέλας,είναι ο Χ.Α.Ρόντας,ένας «ειδικός παραλήπτης»,ένας «ρυθμιστής».Η δουλειά του είναι να παραλαμβάνει προσωπικά αντικείμενα,ηχητικά ντοκουμέντα,γραπτά και διάφορα άλλα,ώστε η εταιρεία του να κατασκευάσει ένα ολόγραμμα,μιά ψηφιακή αναπαράσταση του εκλιπόντος με αποκλειστικό αντικείμενο την διατήρηση της «παρουσίας του» έστω και κατ’αυτό τον τρόπο.
Θυμίζει λίγο την αμερικάνικη ταινία «The final cut» με τον Robin Williams,όπου εκεί με ένα μικροτσίπ που έμπαινε στον εγκέφαλο του ετοιμοθάνατου,ο πρωταγωνιστής αναπαριστούσε στην κηδεία της ιστορία της ζωής του εκλιπόντος,ένα είδος αυτοβιογραφίας με απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Ο Τζαμιώτης όμως χρησιμοποιεί αυτό το εύρημα ως ευκαιρία να γράψει ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις,την μοναξιά,την αποξένωση,τον έρωτα.
«...Υπάρχουν τόσες εκκρεμότητες που πρέπει να διευθετηθούν,μικρές βεβαιότητες που περιμένουν να ισχυροποιηθούν,ελπίδες που προσδοκούν την επαλήθευσή τους.Όλα βρίσκονται εκεί έξω.Μόνο εκεί μπορεί να βρει κανείς πραγματικούς ανθρώπους,με πραγματικές ανάγκες.Το γεγονός πως τίποτε απ’όλα αυτά δεν προέρχεται από τον ίδιο,πως τίποτα δικό του δεν περιλαμβάνεται σ’αυτά τον αφήνει αδιάφορο.Ο Χ.Α.Ρόντας γνωρίζει πως το μόνο πράγμα που του ανήκει,το μόνο πράγμα που τον καθιστά επαρκή είναι οι ανάγκες,οι ψευδαισθήσεις αυτών των ανθρώπων.Εδώ και χρόνια οι υποθέσεις που αναλαμβάνει είναι η μόνη ζωή που διαθέτει.Τα προσωπικά δεδομένα που παραλαμβάνει υποκαθιστούν τις απαντήσεις που δεν τολμά να διεκδικήσει,συντηρούν τον ατομικό εξοπλισμό του,τρέφουν το ζωτικό ψεύδος της ύπαρξής του.Απέναντι σ’αυτή την πανίσχυρη βεβαιότητα τίποτε άλλο δεν έχει σημασία...»
Όπως αναφέρει και η Σ.Σκαλίδη στην κριτική της γιά το βιβλίο,η ατμόσφαιρα είναι Καφκική και η δύναμη της γλώσσας του συγγραφέα σε γοητεύει και σε παρασύρει σε αναγνωστικές απολαύσεις που δύσκολα συναντάς στην σύγχρονη νεοελληνική πεζογραφία.
Σκηνές πολύ δυνατές όπως του οικογενειακού δείπνου (που έχει την κινηματογραφική δομή ενός Μπουνιέλ),της αυτοϊκανοποίησης του Ρόντα προβάλλοντας στην οθόνη τον εαυτό του να κάνει έρωτα με μιά γυναίκα,όπως οι συνομιλίες με την νεαρή έγκλειστη στο γυάλινο κουβούκλιο,εντυπώνονται στο μυαλό του αναγνώστη και τον συνοδεύουν ως εικόνες αρκετό καιρό μετά την ανάγνωση του βιβλίου.
Αλληγορία πραγματικότητας και φαντασίας,σαρκασμός πάνω στην ξέφρενη αναζήτηση της ευτυχίας ,κριτική της ουτοπίας (μάλλον «δυστοπίας» όπως χαρακτηριστικά γράφει η Λ.Πανταλέων στην εξαιρετική ανάλυσή της γιά το βιβλίο)γιά την διαιώνιση του ανθρώπινου είδους,η νουβέλα του Τζαμιώτη επιβάλλεται με την πυκνότητά της και τα νοήματα που εμπεριέχει.
Υ.Γ.Προσθήκη μιά μέρα μετά..Επειδή ήρθε ως flash,έψαξα το απόσπασμα,το βρήκα και ιδού-μάλλον ταιριάζει (αν κι εδώ που τα λέμε ο γέρο-Jorge είναι παντός καιρού και ποστ)...
"Τι είναι η μακροζωία?
Είναι η φρίκη του να είσαι μέσα σε ένα ανθρώπινο σώμα που οι λειτουργίες του φθίνουν,είναι μιά αϋπνία πυ μετριέται σε δεκάδες κι'οχι με ατσάλινες βελόνες,είναι το βάρος θαλασσών και πυραμίδων,ξημερωμάτων που αντίκρυσε ο Αδάμ,αρχαίων βιβλιοθηκών και δυναστειών,είναι να μην αγνοώ πως είμαι εγκάθειρκτος στην σάρκα μου,στην απεχθή φωνή μου,στ'όνομά μου,σε μιά ρουτίνα αναμνήσεων,στα ισπανικά που δεν ξέρω να τα χειρίζομαι,στη νοσταλγία των λατινικών που δεν τα ξέρω,είναι να θέλω να βυθιστώ στον θάνατο και να μη μπορώ να βυθιστώ στον θάνατο,είναι να είμαι και να συνεχίζω να είμαι."
(Ποιού άλλου?)Jorge Luis Borges