Δεν
ξέρω αν η Αμερικανοκορεάτισα συγγραφέας R.O.Kwon (που γεννήθηκε στη
Σεούλ της Ν.Κορέας και στην ηλικία των 3, η οικογένειά της μετανάστευσε στις
ΗΠΑ), έχει ως πρότυπό της την Βραζιλιάνα Κλαρίσε Λισπέκτορ, που αμφίσημο
απόφθεγμά της («Στον πάτο κάθε πράγματος υπάρχει το αλληλούια»), προτάσσει στην
εισαγωγή του πρώτου μυθιστορήματός της, με (τον επίσης αμφίσημο) τίτλο «ΟΙ
ΕΜΠΡΗΣΤΕΣ» («The Incendiaries»), λέξη που (στα
Αγγλικά) σημαίνει όχι μόνο εκείνους που προκαλούν έναν εμπρησμό, αλλά και τους αγκιτάτορες
(τους καθοδηγητές). Η αμφισημία διαπερνάει το έργο της Λισπέκτορ, κάτι το
ομιχλώδες και ακαθόριστο χαρακτηρίζει και το βιβλίο της Kwon (και κάθε ομοιότητα προσώρας σταματάει εκεί), που η διαφήμιση το θέλει να γράφεται για δέκα χρόνια,
και μετά την πολυαναμενόμενη έκδοσή του το 2018 να μπαίνει σε διάφορες λίστες
μεγάλων βραβείων. «Οι εμπρηστές» (σελ.233), εκδόθηκαν στα ελληνικά στα μέσα της
χρονιάς από τις εκδόσεις Δώμα, σε (υπέροχη ως συνήθως) μετάφραση της Παλμύρας
Ισμυρίδου.
Με
ένα «εκρηκτικό» (στην κυριολεξία) θέμα ασχολείται η Kwon
στους «Εμπρηστές». Ένα ακριβό Αμερικανικό κολέγιο, μια αδιέξοδη ερωτική
ιστορία, ένας ημιπαράφρων καθοδηγητής, μια θρησκευτική σέκτα, τρομοκρατικές
ενέργειες και ένας αφηγητής που προσπαθεί να καταλάβει τι και πως έμπλεξε σε
όλα αυτά. Όσοι όμως νομίζουν από τα παραπάνω, ότι θα διαβάσουν μια νουβέλα
ανατομίας του φανατισμού, με πάθη και εντάσεις, «πλανώνται πλάνην οικτράν»,
διότι την Αμερικανοκορεάτισα συγγραφέα δεν την ενδιαφέρει τόσο πολύ η ένταση
και η πλοκή, αλλά το στυλ και ο ρυθμός της αφήγησης.
«Κτήρια
γκρεμίστηκαν. Άνθρωποι πέθαναν.» λέει στην αρχή του βιβλίου της, η συγγραφέας.
Οι πολύ νεαροί ήρωές της, πληρώνουν τις συνέπειες των μπερδεμένων εφηβικών τους
χρόνων, τις μετέπειτα επιλογές τους, με γεγονότα που οδηγούν σε τραγωδίες. Και
αυτή είναι η ιστορία ανθρώπων φανατισμένων και χαμένων μέσα στις προσωπικές
τους τραγωδίες.
Τρεις
άνθρωποι, τρεις μυθιστορηματικοί ήρωες. Ο αφηγητής Γουίλ, η Φοίβη που βρίσκεται
στο κέντρο της ιστορίας, φωτίζοντας ή σκοτεινιάζοντάς την, και ο «καθοδηγητής»
Τζων Λιλ. Αυτά είναι τα κεντρικά πρόσωπα του βιβλίου.
Ο
Γουίλ, είναι το κλασσικό «καλό παιδί», που πηγαίνει στο κολέγιο των ονείρων
του, στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, προερχόμενος από μια μικρή επαρχιακή πόλη
της Καλιφόρνια, και που προσπαθεί να τα φέρει βόλτα με δυσκολία, σπουδάζοντας
και δουλεύοντας τα βράδια σε ένα ρεστοράν. Βοηθάει την ανήμπορη μητέρα του,
στέλνοντας της χρήματα, κι από την άλλη προσπαθεί να συγχρωτιστεί με τους
ευκατάστατους συμφοιτητές του, καλύπτοντας με μυστήριο την οικονομική του
ανέχεια. Το μεγαλύτερο όμως μυστικό το κρατάει κρυφό απ’ όλους και αφορά το
παρελθόν του σε μια θρησκευτική σέχτα Ευαγγελιστών, την οποία παράτησε καθώς
δεν βρήκε τις απαντήσεις που γύρευε.
Η
Φοίβη Λιν, είναι το πρόσωπο που γύρω του περιστρέφονται όλοι κι όλα. Θελκτική
και διψασμένη για ζωή, η Κορεατικής καταγωγής νεαρή φοιτήτρια, κουβαλάει τις
δικές της πληγές. Η μητέρα της σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα όπου
οδηγός του οχήματος ήταν η κόρη της και αυτό η Φοίβη δεν μπορεί να το
ξεπεράσει. Προσπαθεί να λησμονήσει το πιανιστικό της ταλέντο, πηγαίνοντας από
πάρτι σε πάρτι, και κάπου σε ένα από αυτά, γνωρίζει τον δειλό και άπειρο Γουίλ,
ο οποίος την ερωτεύεται τρελά με το που την αντικρύζει. Οι δυο τους θα ζήσουν
έντονες ερωτικές στιγμές, οι πληγές όμως που κουβαλάνε είναι πολλές και τα
μυστικά της ζωής τους που ξεδιπλώνονται αργά, θα δυσκολέψουν την κατάσταση.
Το
τρίτο και καθοριστικό πρόσωπο για τη σχέση των δύο νέων, είναι ο μυστηριώδης
Τζων Λιλ, πρώην φοιτητής στο ίδιο κολέγιο και αργότερα επιδόθηκε σε ακτιβισμό
στην Ασία, (υποτίθεται δε, ότι) πιάστηκε αιχμάλωτος στην Βόρεια Κορέα και
φυλακίστηκε σε γκουλάγκ εκεί, γυρίζοντας στην πατρίδα του, ενώ περιφέρεται
πάντα ξυπόλητος, και μιλάει με γρίφους ως σύγχρονος Προφήτης και αναγεννημένος
Χριστιανός. Ο Τζων Λιλ έχει δημιουργήσει την «Τζεϊτζά» (που στα Κορεατικά
σημαίνει «Υποταγή») και έχει βάλει ως στόχο τις αμβλώσεις, σχεδιάζοντας να
οδηγήσει τους οπαδούς του σε τρομοκρατικές ενέργειες στις κλινικές που γίνονται
τέτοιες επεμβάσεις.
Η
Φοίβη δεν θ’ αργήσει να προσηλυτισθεί από τον Τζων Λιλ, που αρνείται να δεχθεί
μετά τις πρώτες συναντήσεις τον Γουίλ στον κλειστό κύκλο της σέχτας του,
οδηγώντας την σχέση μεταξύ των δύο ερωτευμένων νέων σε ρήξη. Ο Γουίλ θα
προσπαθήσει να καταλάβει τι συμβαίνει, αδυνατώντας να κατανοήσει την αλλαγή της
Φοίβης. Η τραγική κατάληξη της ιστορίας δεν θα δώσει απαντήσεις – έτσι κι
αλλιώς γνωρίζουμε από την αρχή του μυθιστορήματος του τι θα συμβεί.
«Είχε
ξαπλώσει με τους οπαδούς του στο ξέφωτο. Τα πουλιά πετούσαν μια αριστερά, μια
δεξιά, σαν να μαντάριζαν τρύπα. Το γαλάζιο στερέωμα θα μπορούσε να είναι ένα
τεράστιο σκίσιμο στο προπέτασμα που χώριζε την ομάδα από το σχέδιο Του. Μακάρι,
συλλογίστηκε, μακάρι ο Θεός να ήταν τόσο ορατός, μακάρι οι σκοποί του να ήταν
τόσο σαφείς. Όμως, ακόμα και μ’ εκείνον, ο Θεός σιωπούσε, και ο Τζων Λιλ
αναγκάστηκε να καλύψει την απουσία: να τους μιλάει αντ’ Αυτού.
Ξέρω,
είπε, ότι θέλετε να σας πως ποιο είναι το επόμενο βήμα. Ξέρω ότι ίσως νιώθετε
μπερδεμένοι, ίσως και φοβισμένοι. Η αλήθεια είναι… Σώπασε. Ανακάθισε και
κοίταξε τα ταραγμένα πρόσωπα. Η αλήθεια. Όλοι τους είχαν προσφύγει σ’ αυτόν,
τσακισμένοι, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να γιατρέψουν τις πληγές τους. Κι
επειδή ο πόνος παίρνει διάφορες μορφές, εκείνος προσπάθησε να γίνει αυτό που
χρειάζονταν οι ακόλουθοί του. Με άλλα λόγια, μεταμορφώθηκε σε αυτό που έβλεπαν
σ’ εκείνον οι οπαδοί του. Μάζεψε μια χούφτα χώμα. Λεπτό μαλακό χώμα, ποτισμένο
με το αίμα του Χριστού. Έστρεψε το βλέμμα στον ουρανό, που τώρα ήταν έρημος.
Ξεφύσηξε και άφησε το χώμα να πέσει. Η τρύπα δεν έκλεισε. Η αλήθεια είναι…»
Ο
Γουίλ σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου, προσπαθεί να κατανοήσει τις
ενέργειες της Φοίβης, προσπαθεί να καταπολεμήσει την απελπισία του. Αναπολώντας
την κοινή τους ζωή, τις συνομιλίες τους, κάποιες κινήσεις, κάποιες λεπτομέρειες
που τού είχε αφηγηθεί για το παρελθόν της, κάνοντας επίσης έναν απολογισμό για
τα δικά του λάθη, τα μυστικά που έκρυβε για καιρό και δεν της έλεγε, την
γνωριμία τους με τον Τζων Λιλ και πόσο τον υποτίμησε στην αρχή, θεωρώντας ότι
το ενδιαφέρον του για την Φοίβη ήταν μόνο ερωτικό, ουσιαστικά θρηνεί και
παραδέχεται την αδυναμία του να καθορίσει τα γεγονότα. Είναι σαφές από την αρχή
της ιστορίας, ότι ο ίδιος είναι ένας αναξιόπιστος αφηγητής, χαμένος μέσα στα
όνειρα και την φαντασία του, τους δογματισμούς και την αφέλειά του. Αυτό όμως
αποτελεί και μια από τις αδυναμίες της νουβέλας της Kwon,
ότι ο λιγότερο ενδιαφέρων χαρακτήρας μεταξύ των τριών, είναι κι ο αφηγητής που
αδυνατεί να εισχωρήσει στα βαθύτερα ένστικτα και πράξεις των δύο άλλων ηρώων,
της Φοίβης και (κυρίως) του Τζων Λιλ – που θα πίστευε κανείς ότι πάνω του θα
στηριζόταν το βιβλίο. Ίσως η συγγραφέας προσπάθησε να εφαρμόσει το τρικ του Φ.Σ.Φιτζέραλντ με τον «Μεγάλο Γκάτσμπυ» με τον αφηγητή Νικ Κάραγουέι να περιγράφει
τις ζωές άλλων και κυρίως του Γκάτσμπυ, όμως η Kwon απέχει (πολύ ακόμα)
από το να είναι Φιτζέραλντ.
Η
ουσία όμως του μυθιστορήματος της Kwon, είναι η ανάμιξη
πολιτικής και πίστης. Ο φανατισμός, η ψυχολογική βία που ασκείται στους
αποσυντονισμένους νέους, το διάχυτο μίσος για τα πάντα, περιγράφονται στο
βιβλίο με οξύνοια και γλαφυρότητα, χωρίς όμως η συγγραφέας να επεκταθεί
περισσότερο, αρνούμενη (από επιλογή) να δώσει άλλη διάσταση στο βιβλίο της, που
στερείται πλοκής και «απογείωσης», σαν κάτι να το συγκρατεί.
«Οι
εμπρηστές» είναι ένα αξιοπρόσεκτο λογοτεχνικό έργο στο οποίο παρουσιάζονται
μερικά εξαιρετικά χαρακτηριστικά. Στυλάτη αφήγηση, ωραίες εικόνες της
πανεπιστημιακής ζωής, ωραίος ρυθμός και δομή, ενώ το βιβλίο προσφέρει πολλή
τροφή για σκέψη για ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο και καίριο πρόβλημα, αυτό του
θρησκευτικού φανατισμού που (κυρίως στις Η.Π.Α.) γνωρίζει άνθηση σε ταραγμένους
καιρούς και ιδιαίτερα τώρα με την εξάπλωση των κοινωνικών δικτύων. Το μυθιστόρημα
έχει ουσία, πυκνότητα και οικονομία λόγου, αλλά αφήνει τον αναγνώστη σε
αμηχανία, καθώς η δομή υπερτερεί της ουσίας, η προσπάθεια άψογης κατασκευής
βαραίνει πάνω στην ζωντάνια που θα απαιτούσε ένα τόσο ενδιαφέρον θέμα. Πάντως η
R.O.Kwon δείχνει μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα
περίπτωση που θα μας απασχολήσει στο μέλλον.
Βαθμολογία
78 / 100