Παρασκευή, Μαρτίου 27, 2009
posted by Librofilo at Παρασκευή, Μαρτίου 27, 2009 | Permalink
Συμφωνία σιωπής
Στο χαμηλότονο και ανθρώπινο μυθιστόρημα του, «ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΙΩΠΗΣ» ο πολύ αξιόλογος Καταλανός συγγραφέας Pedro Zarraluki, (Εκδ.Μεταίχμιο, μετάφ. Β.Δαμόφλη, σελ. 307), χρησιμοποιεί έναν «περίκλειστο κόσμο» γιά να μιλήσει γιά την δύναμη και την ενέργεια που υπάρχουν μέσα μας ώστε να μπορούμε να ξεπερνάμε τις συμφορές και τις τραγωδίες που μας τυχαίνουν στη ζωή. Χρησιμοποιώντας ως κεντρικούς χαρακτήρες δύο γυναίκες ουσιαστικά μόνες, τελείως διαφορετικές μεταξύ τους που έρχονται πολύ κοντά (λόγω των συνθηκών) η μία με την άλλη, περνάει ένα πανανθρώπινο μήνυμα συμφιλίωσης, συνεργασίας και αγάπης σε ένα βιβλίο βαθειά συμβολικό και μεταφορικό που πήρε το βραβείο Nadal του 2005.
Ισπανία, 1940. Ο καταστροφικός εμφύλιος έχει τελειώσει και ο στρατηγός Φράνκο έχει θριαμβεύσει. Η υπόλοιπη Ευρώπη είναι στις φλόγες του Β Παγκόσμιου πολέμου αλλά η Χούντα έχει επιλέξει την τυπική ουδετερότητα αν και ουσιαστικά βοηθάει τις Δυνάμεις του Άξονα. Το πολύ μικρό και βραχώδες νησάκι Καμπρέρα βρίσκεται στην αρχή του συμπλέγματος των Βαλεαρίδων νήσων και είναι το πιό κοντινό σημείο στην Ευρώπη. Εκεί εξορίζεται η γοητευτική Λεονόρ με την δωδεκάχρονη κόρη της Καμίλα. Ο σύζυγος της Λεονόρ στέλεχος των Δημοκρατικών δολοφονήθηκε στην Βαρκελώνη κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου και παρά τις πιέσεις του καθεστώτος, η Λεονόρ αρνείται να φύγει από την χώρα, έτσι την στέλνουν στην ερημιά μπας και αλλάξει γνώμη και τους αδειάσει τη γωνιά. Εκεί έχει σταλεί και ένας Γερμανός κατάσκοπος τον οποίο το καθεστώς υποπτεύεται γιά διπλό πράκτορα και έτσι τον ξεφορτώνονται προσωρινά σχεδιάζοντας όμως να τον δολοφονήσουν.
Το νησάκι έχει ένα «μεγάλο» στρατόπεδο και μιά ταβέρνα που οι ιδιοκτήτες της είναι ένα ζευγάρι, η δυναμική και καπάτσα Φελίσα και ο ανεπρόκοπος και (κυριολεκτικά) ελεεινός σύζυγός της, ο Πάκο που είναι μονίμως μεθυσμένος. Το ζευγάρι έχει και δυο γιούς, ο ένας, ο Αντρές είναι ένας έφηβος καθυστερημένος και ο άλλος μένει στην Μαδρίτη ανάπηρος πλέον από τον Εμφύλιο. Υπάρχει ακόμα ένας ψαράς,ο Γιουέντ που έχει την μοναδική βάρκα του νησιού και φροντίζει γιά τον ανεφοδιασμό του με ψάρια. Η συγκοινωνία με την Πάλμα ντε Μαγιόρκα που βρίσκεται απέναντι γίνεται με ένα καϊκι μιά φορά την εβδομάδα. Με αυτό το καϊκι έρχεται ο Μπενίτο Μπουρόι, πρώην αναρχικός, που του χαρίστηκε η ζωή γιά να υπηρετήσει το καθεστώς ως μυστικός εκτελεστής διάφορων «ανεπιθύμητων», όπως ο Γερμανός κατάσκοπος, τον οποίο έχει έρθει γιά να «καθαρίσει». Ο λοχαγός Μαρτίνεθ, διοικητής του στρατοπέδου ασκεί τα καθήκοντα του προσπαθώντας να «θωρακίσει» το νησάκι από μιά ενδεχόμενη Βρετανική απόβαση και είναι μονίμως μπερδεμένος μεταξύ της στρατιωτικής πειθαρχίας και της χαλαρής ατμόσφαιρας που υπάρχει σ’αυτό το μέρος που δεν έχεις τίποτα να κάνεις.
Αυτό είναι το σκηνικό πάνω στο οποίο θα διαδραματισθούν τα γεγονότα που διαρκούν όσο περίπου το καλοκαίρι. Η Λεονόρ και η Φελίσα τόσο διαφορετικές, η μία μορφωμένη αστή που θρηνεί τον αδικοχαμένο της σύζυγο και προσπαθεί με αξιοπρέπεια να αντιμετωπίσει την εξορία της ανυπόταχτη στις οχλήσεις του καθεστώτος και η Φελίσα απλή γυναίκα και αναλφάβητη, που προσπαθεί να φτιάξει φαγητό με τα λιγοστά υλικά που έχει, με έναν έμφυτο τσαμπουκά και μιά καχυποψία απέναντι σ’αυτήν την καλαναθρεμένη κυρά. Η μοίρα φέρνει κοντά αυτές τις γυναίκες που οι συνθήκες ζωής τους μέχρι τότε δεν έδειχναν ότι μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Η τραγωδία του τόπου τους τις ενώνει και οι δυσκολίες διαβίωσης θα τις αναγκάσουν να πάρουν πρωτοβουλίες και να συνεργαστούν. Η ενέργειά τους θα ανατρέψει τα δεδομένα και θα δώσει τις λύσεις στα προβλήματα που θα προκύψουν.
Μυθιστόρημα χαρακτήρων όπου ο Θαραλούκι κεντάει στην απεικόνισή τους. Ο αναρχικός Μπουρόι με τις συνειδησιακές αμφιβολίες που έχει μπλεχτεί σε έναν ιστό της αράχνης από τον οποίο δεν μπορεί με τίποτα να βγει οδηγημένος από την δειλία του και την ανασφάλεια του. Ο λοχαγός Μαρτίνεθ λες και βγήκε από την «ΕΡΗΜΟ ΤΩΝ ΤΑΡΤΑΡΩΝ» του Μπουτσάτι, να περιμένει τον Αγγλικό στόλο που ποτέ δεν θα έρθει. Ο Γερμανός κατάσκοπος Μάρκους Βόγκελ να ζει ως ερημίτης σε μιά σπηλιά, αξιοπρεπής και ευγενικός, περιμένοντας την εκτέλεσή του από τον Μπουρόι, από τη μιά ξέρει ότι θα πεθάνει , από την άλλη κάτι μέσα του δεν τον αφήνει να υποταχτεί και ξεφεύγει συνέχεια. Ο ψαράς Γιουέντ απρόσιτος και λιγομίλητος που βρίσκει την ζεστασιά που επιθυμεί στην επαφή του με τους τόσο διαφορετικούς ανθρώπους που απαρτίζουν αυτή την περίεργη ομάδα.
Οι αρσενικοί στο βιβλίο του Θαραλούκι είναι αδύναμοι και ατελείς. Δεν κάνουν τίποτα σωστά και πνίγονται σε μιάς κουταλιάς νερό. Ξέρουν μόνο να φωνάζουν και να συζητάνε με τις ώρες. Οι δύο γυναίκες, η Λεονόρ και η Φελίσα θα πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Ο συγγραφέας είναι σαφής στο μήνυμα του: Σε χαοτικές καταστάσεις, η γυναίκα πρέπει να είναι ο «αρχηγός της φυλής», εκείνη είναι πιό δυνατή, πιό συγκροτημένη και η Λεονόρ μιά προσωπικότητα εκπληκτική θα πάρει τα ηνία και θα δώσει την λύση.
Η ατμόσφαιρα του μυθιστορήματος είναι εξαιρετική . Το άγριο γεμάτο βράχια τοπίο της Καμπρέρα υποβάλλει τον αναγνώστη. Πέτρες, βράχια, κύματα, ο άνεμος που φυσάει, ο φάρος στην άκρη του νησιού, σπηλιές, μικρές κρυμένες παραλίες, ένα σκηνικό που άλλες φορές είναι ειδυλιακό και άλλες φορές γίνεται εφιαλτικό και (γιατί όχι) απειλητικό αφού η θάλασσα είναι πάντα άγρια. Νομίζεις ότι βρίσκεσαι στο τέλος του κόσμου ή σε ένα τοπίο μετά από μιά καταστροφή. Τα κτίρια είναι ετοιμόρροπα αφού ο κόσμος που ζούσε εκεί ή εχουν πεθάνει ή έχουν φύγει γιά τις μεγάλες πόλεις. Η Λεονόρ και η κόρη της, πρέπει να αρχίσουν από την αρχή, να μάθουν πάλι τα βασικά, να ζήσουν σε μιά εποχή διαφορετική.
Σχεδόν σε κάθε σελίδα νιώθεις ότι κάτι απειλητικό υπάρχει στην ατμόσφαιρα, κάτι πρόκειται να γίνει. Παρ’ότι ο ρυθμός του βιβλίου είναι αργός και χαλαρός, ο συγγραφέας καταφέρνει να παρασύρει τον αναγνώστη μέσα στον κόσμο που πλάθει και να τον κάνει να συμπάσχει με τους ήρωές του, ενώ ο λοχαγός-καρικατούρα Μαρτίνεθ δίνει τις απαραίτητες δόσεις χιούμορ στην πλοκή. Η δικαιοσύνη που απονέμεται στο κινηματογραφικό τέλος του βιβλίου έρχεται σε αρμονία με τα τεκταινόμενα και το happy ending το δέχεσαι φυσιολογικά χωρίς να σε ξενίσει.
Ισπανία, 1940. Ο καταστροφικός εμφύλιος έχει τελειώσει και ο στρατηγός Φράνκο έχει θριαμβεύσει. Η υπόλοιπη Ευρώπη είναι στις φλόγες του Β Παγκόσμιου πολέμου αλλά η Χούντα έχει επιλέξει την τυπική ουδετερότητα αν και ουσιαστικά βοηθάει τις Δυνάμεις του Άξονα. Το πολύ μικρό και βραχώδες νησάκι Καμπρέρα βρίσκεται στην αρχή του συμπλέγματος των Βαλεαρίδων νήσων και είναι το πιό κοντινό σημείο στην Ευρώπη. Εκεί εξορίζεται η γοητευτική Λεονόρ με την δωδεκάχρονη κόρη της Καμίλα. Ο σύζυγος της Λεονόρ στέλεχος των Δημοκρατικών δολοφονήθηκε στην Βαρκελώνη κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου και παρά τις πιέσεις του καθεστώτος, η Λεονόρ αρνείται να φύγει από την χώρα, έτσι την στέλνουν στην ερημιά μπας και αλλάξει γνώμη και τους αδειάσει τη γωνιά. Εκεί έχει σταλεί και ένας Γερμανός κατάσκοπος τον οποίο το καθεστώς υποπτεύεται γιά διπλό πράκτορα και έτσι τον ξεφορτώνονται προσωρινά σχεδιάζοντας όμως να τον δολοφονήσουν.
Το νησάκι έχει ένα «μεγάλο» στρατόπεδο και μιά ταβέρνα που οι ιδιοκτήτες της είναι ένα ζευγάρι, η δυναμική και καπάτσα Φελίσα και ο ανεπρόκοπος και (κυριολεκτικά) ελεεινός σύζυγός της, ο Πάκο που είναι μονίμως μεθυσμένος. Το ζευγάρι έχει και δυο γιούς, ο ένας, ο Αντρές είναι ένας έφηβος καθυστερημένος και ο άλλος μένει στην Μαδρίτη ανάπηρος πλέον από τον Εμφύλιο. Υπάρχει ακόμα ένας ψαράς,ο Γιουέντ που έχει την μοναδική βάρκα του νησιού και φροντίζει γιά τον ανεφοδιασμό του με ψάρια. Η συγκοινωνία με την Πάλμα ντε Μαγιόρκα που βρίσκεται απέναντι γίνεται με ένα καϊκι μιά φορά την εβδομάδα. Με αυτό το καϊκι έρχεται ο Μπενίτο Μπουρόι, πρώην αναρχικός, που του χαρίστηκε η ζωή γιά να υπηρετήσει το καθεστώς ως μυστικός εκτελεστής διάφορων «ανεπιθύμητων», όπως ο Γερμανός κατάσκοπος, τον οποίο έχει έρθει γιά να «καθαρίσει». Ο λοχαγός Μαρτίνεθ, διοικητής του στρατοπέδου ασκεί τα καθήκοντα του προσπαθώντας να «θωρακίσει» το νησάκι από μιά ενδεχόμενη Βρετανική απόβαση και είναι μονίμως μπερδεμένος μεταξύ της στρατιωτικής πειθαρχίας και της χαλαρής ατμόσφαιρας που υπάρχει σ’αυτό το μέρος που δεν έχεις τίποτα να κάνεις.
Αυτό είναι το σκηνικό πάνω στο οποίο θα διαδραματισθούν τα γεγονότα που διαρκούν όσο περίπου το καλοκαίρι. Η Λεονόρ και η Φελίσα τόσο διαφορετικές, η μία μορφωμένη αστή που θρηνεί τον αδικοχαμένο της σύζυγο και προσπαθεί με αξιοπρέπεια να αντιμετωπίσει την εξορία της ανυπόταχτη στις οχλήσεις του καθεστώτος και η Φελίσα απλή γυναίκα και αναλφάβητη, που προσπαθεί να φτιάξει φαγητό με τα λιγοστά υλικά που έχει, με έναν έμφυτο τσαμπουκά και μιά καχυποψία απέναντι σ’αυτήν την καλαναθρεμένη κυρά. Η μοίρα φέρνει κοντά αυτές τις γυναίκες που οι συνθήκες ζωής τους μέχρι τότε δεν έδειχναν ότι μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Η τραγωδία του τόπου τους τις ενώνει και οι δυσκολίες διαβίωσης θα τις αναγκάσουν να πάρουν πρωτοβουλίες και να συνεργαστούν. Η ενέργειά τους θα ανατρέψει τα δεδομένα και θα δώσει τις λύσεις στα προβλήματα που θα προκύψουν.
Μυθιστόρημα χαρακτήρων όπου ο Θαραλούκι κεντάει στην απεικόνισή τους. Ο αναρχικός Μπουρόι με τις συνειδησιακές αμφιβολίες που έχει μπλεχτεί σε έναν ιστό της αράχνης από τον οποίο δεν μπορεί με τίποτα να βγει οδηγημένος από την δειλία του και την ανασφάλεια του. Ο λοχαγός Μαρτίνεθ λες και βγήκε από την «ΕΡΗΜΟ ΤΩΝ ΤΑΡΤΑΡΩΝ» του Μπουτσάτι, να περιμένει τον Αγγλικό στόλο που ποτέ δεν θα έρθει. Ο Γερμανός κατάσκοπος Μάρκους Βόγκελ να ζει ως ερημίτης σε μιά σπηλιά, αξιοπρεπής και ευγενικός, περιμένοντας την εκτέλεσή του από τον Μπουρόι, από τη μιά ξέρει ότι θα πεθάνει , από την άλλη κάτι μέσα του δεν τον αφήνει να υποταχτεί και ξεφεύγει συνέχεια. Ο ψαράς Γιουέντ απρόσιτος και λιγομίλητος που βρίσκει την ζεστασιά που επιθυμεί στην επαφή του με τους τόσο διαφορετικούς ανθρώπους που απαρτίζουν αυτή την περίεργη ομάδα.
Οι αρσενικοί στο βιβλίο του Θαραλούκι είναι αδύναμοι και ατελείς. Δεν κάνουν τίποτα σωστά και πνίγονται σε μιάς κουταλιάς νερό. Ξέρουν μόνο να φωνάζουν και να συζητάνε με τις ώρες. Οι δύο γυναίκες, η Λεονόρ και η Φελίσα θα πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Ο συγγραφέας είναι σαφής στο μήνυμα του: Σε χαοτικές καταστάσεις, η γυναίκα πρέπει να είναι ο «αρχηγός της φυλής», εκείνη είναι πιό δυνατή, πιό συγκροτημένη και η Λεονόρ μιά προσωπικότητα εκπληκτική θα πάρει τα ηνία και θα δώσει την λύση.
Η ατμόσφαιρα του μυθιστορήματος είναι εξαιρετική . Το άγριο γεμάτο βράχια τοπίο της Καμπρέρα υποβάλλει τον αναγνώστη. Πέτρες, βράχια, κύματα, ο άνεμος που φυσάει, ο φάρος στην άκρη του νησιού, σπηλιές, μικρές κρυμένες παραλίες, ένα σκηνικό που άλλες φορές είναι ειδυλιακό και άλλες φορές γίνεται εφιαλτικό και (γιατί όχι) απειλητικό αφού η θάλασσα είναι πάντα άγρια. Νομίζεις ότι βρίσκεσαι στο τέλος του κόσμου ή σε ένα τοπίο μετά από μιά καταστροφή. Τα κτίρια είναι ετοιμόρροπα αφού ο κόσμος που ζούσε εκεί ή εχουν πεθάνει ή έχουν φύγει γιά τις μεγάλες πόλεις. Η Λεονόρ και η κόρη της, πρέπει να αρχίσουν από την αρχή, να μάθουν πάλι τα βασικά, να ζήσουν σε μιά εποχή διαφορετική.
Σχεδόν σε κάθε σελίδα νιώθεις ότι κάτι απειλητικό υπάρχει στην ατμόσφαιρα, κάτι πρόκειται να γίνει. Παρ’ότι ο ρυθμός του βιβλίου είναι αργός και χαλαρός, ο συγγραφέας καταφέρνει να παρασύρει τον αναγνώστη μέσα στον κόσμο που πλάθει και να τον κάνει να συμπάσχει με τους ήρωές του, ενώ ο λοχαγός-καρικατούρα Μαρτίνεθ δίνει τις απαραίτητες δόσεις χιούμορ στην πλοκή. Η δικαιοσύνη που απονέμεται στο κινηματογραφικό τέλος του βιβλίου έρχεται σε αρμονία με τα τεκταινόμενα και το happy ending το δέχεσαι φυσιολογικά χωρίς να σε ξενίσει.