Τρίτη, Δεκεμβρίου 24, 2019
posted by Librofilo at Τρίτη, Δεκεμβρίου 24, 2019 | Permalink
"Η αφηγήτρια ταινιών"
«Όταν
αφηγείσαι μια ταινία είναι σαν να αφηγείσαι ένα όνειρο.
Όταν
αφηγείσαι μια ζωή είναι σαν να αφηγείσαι ένα όνειρο ή μια ταινία.»
Πως
μπορεί η τέχνη γενικότερα και το σινεμά ειδικότερα να σου αλλάξει τη ζωή; Είναι
γεγονός ότι με τις «κινούμενες εικόνες» (γιατί τι άλλο είναι το σινεμά;)
μεταφέρεσαι σε έναν άλλο κόσμο, μερικές φορές ξεφεύγεις για λίγες ώρες από την
μίζερη καθημερινότητά σου, άλλες φορές προβληματίζεσαι, κάποιες φορές
στενοχωριέσαι και συμπάσχεις με τους ήρωες που βλέπεις στο πανί. Αυτήν ακριβώς
την μαγεία του σινεμά, μεταφέρει στους φτωχούς μεροκαματιάρηδες ενός χωριού
χαμένου στο πουθενά, η Μαρία Μαργαρίτα, η ηρωίδα της υπέροχης νουβέλας «Η ΑΦΗΓΗΤΡΙΑ
ΤΑΙΝΙΩΝ» («La Contadora de Peliculas»), του Χιλιανού
συγγραφέα Hernan Rivera Letelier (Τάλκα Χιλής, 1950) – (εκδ. Αντίποδες,
μετάφρ. Μ. Φραγκοπούλου, σελ. 97).
«Στο
σπίτι μας το χρήμα πήγαινε καβάλα στ' άλογο ενώ εμείς πηγαίναμε με τα πόδια.
Έτσι, κάθε φορά που ερχόταν στον οικισμό μας καμιά ταινία που ο πατέρας μου τη
θεωρούσε καλή - με μοναδικό κριτήριο το όνομα του πρωταγωνιστή ή της
πρωταγωνίστριας - μάζευαν τα κέρματα ένα ένα, όσα ακριβώς χρειάζονταν για ένα
εισιτήριο, και έστελναν εμένα να τη δω.
Και
μετά, μόλις γυρνούσα από το σινεμά, έπρεπε να αφηγηθώ την ταινία στην
οικογένεια που είχε συγκεντρωθεί και περίμενε σύσσωμη στο σαλονάκι μας.»
Δεκαετία
του 50, στην έρημο Ατακάμα, στις βόρειες περιοχές της Χιλής, όπου σε μια
τεράστια έκταση που δεν φυτρώνει τίποτα και είναι πλούσια σε νάτριο, σε ένα
χωριό που έχει χτιστεί γύρω από μια μονάδα επεξεργασίας νατρίου, ζει η
δεκάχρονη Μαρία Μαργαρίτα, με τον πατέρα της και τα τέσσερα αδέρφια της. Ο
πατέρας της καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι μετά από ατύχημα, η σύζυγός του
και μητέρα των παιδιών τον έχει εγκαταλείψει, λεφτά δεν υπάρχουν, ούτε για φαγητό.
Ο πατέρας αγαπάει το σινεμά κυρίως τις δακρύβρεχτες Μεξικάνικες ταινίες και
μεταφέρει την αγάπη του για την έβδομη τέχνη και στα παιδιά του, αλλά χρήματα
δεν υπάρχουν, ίσα ίσα να μαζευτούν κάποιες δεκάρες για ένα εισιτήριο. Στον
εσωτερικό διαγωνισμό της οικογένειας, για να επιλεχθεί το ένα παιδί που θα
πηγαίνει στο τοπικό σινεμά να βλέπει την εβδομαδιαία ταινία και αργότερα να την
αφηγείται στους υπόλοιπους, κερδίζει με άνεση η μικρή, η Μαρία Μαργαρίτα, που
δεν αφηγείται απλά την ταινία, την ζει, μεταφέροντας όχι μόνο με λόγο αλλά και
με κίνηση τα τεκταινόμενα στην οθόνη και όχι μόνο.
«Νομίζω
ότι στο βάθος ήμουνα φύσει κουτσομπόλα, αφού έφτανε να κοιτάξω τις δυο τρεις
φωτογραφίες που ήταν κολλημένες στην προθήκη, κι ύστερα, από το λάγνο βλέμμα
του παπά, το αθώο ύφος της κοπέλας και τη συνωμοτική έκφραση της θεούσας, να
σκαρώσω την πλοκή, να φανταστώ ολόκληρη την ιστορία και να παίξω την δική μου
ταινία.»
Σύντομα,
η φήμη της εξαπλώνεται στο χωριό και όλοι θέλουν να δουν και να ακούσουν την
μικρή να αφηγείται τις ταινίες. Το μικρό κορίτσι τους αλλάζει τη ζωή, της δίνει
ένα νόημα και έτσι, το μικροσκοπικό σαλόνι της καλύβας μεταμορφώνεται σε
αίθουσα ακροάσεων και με ένα ελάχιστο αντίτιμο, η Μαρία Μαργαρίτα, μεταφέρει στους
άναυδους χωρικούς, όλη τη μαγεία του σινεμά από μιούζικαλ, μέχρι ερωτικές
σκηνές, από κωμωδίες, μέχρι γουέστερν και περιπέτειες. Όπως όλοι στο χωριό, θα
πάρει κι αυτή ένα παρατσούκλι, θα την αποκαλούν «σινεράιδα» δηλαδή «Νεράιδα του
σινεμά».
«Εκείνη
την εποχή ανακάλυψα ότι σε όλους τους ανθρώπους αρέσουν οι ιστορίες. Θέλουν να
ξεφύγουν για λίγο από την πραγματικότητα και να ζήσουν εκείνους τους
φανταστικούς κόσμους των ταινιών, των ραδιοφωνικών σειρών, των μυθιστορημάτων.
Τους αρέσει μέχρι και ψέματα να τους λένε, αν αυτά τα ψέματα είναι
καλοειπωμένα. Γι' αυτό και γνωρίζουν επιτυχία οι απατεώνες, γιατί έχουν
ευχέρεια στα λόγια.»
Η
Μαρία Μαργαρίτα μεγαλώνει και γίνεται μια όμορφη έφηβη, ενώ η εισβολή της τηλεόρασης
στο χωριό, έστω και μόνο στο μοναδικό καφενείο, αλλά και αργότερα στα σπίτια
καθώς οι άνθρωποι δανείζονται για να αγοράσουν το «μαγικό κουτί», αλλάζει τα
δεδομένα, ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται για αφηγήσεις ταινιών, σιγά σιγά θα τα έχει
όλα στα πόδια του, και η ηρωίδα του βιβλίου θα αναγκαστεί να υποκύψει στις ορέξεις
του μεσήλικα διευθυντή της εταιρείας νατρίου. Οι καιροί πλέον είναι πολύ πιο
δύσκολοι και οι συνθήκες αλλάζουν γρήγορα με συνέπειες για όλους.
Οι
αφόρητες συνθήκες ζωής στην έρημο, η φτώχεια και η εκμετάλλευση, αποτελούν το
αντίβαρο στην ονειρική διάσταση των ταινιών που αφηγείται η Μαρία Μαργαρίτα. Με
εξαιρετικό αφηγηματικό ρυθμό, ο βραβευμένος Χιλιανός συγγραφέας, Ριβέρα Λετελιέρ
(σε αυτή την μικρή νουβέλα που είναι σαν μεγάλο διήγημα και διαβάζεται σε μια
δυο ωρίτσες), χρησιμοποιώντας πρωτοπρόσωπη αφήγηση, περιγράφει την ζωή της ηρωίδας
του (αλλά και της οικογένειάς της), την αφύπνιση της καθώς η ζωή δεν είναι
(δυστυχώς) σινεμά, τον αγώνα της για επιβίωση, τα διαψευσμένα όνειρα και τις ματαιωμένες
ελπίδες της.
Ο
συγγραφέας περιγράφει όμως και τις αλλαγές στη κοινωνία του χωριού, τις συνθήκες
ζωής σε αυτό το «νιτροχώρι», την εισβολή του «πολιτισμού», την άνοδο του
Αλιέντε στην εξουσία, την δικτατορία που έρχεται. Ξεκινώντας από το νοσταλγικό
ύφος που θυμίζει «Σινεμά ο Παράδεισος», περνάει στο ζοφερό κλίμα της παρακμής,
μέσα από την ζωή της ηρωίδας του, χωρίς μελοδραματισμούς και εύκολες
συγκινήσεις – παρότι οι καταστάσεις σε κάποια σημεία είναι μελοδραματικές. Από
την μαγεία του σινεμά, ή έστω, της αφήγησης του παραμυθιού, στην πραγματική
ζωή, η απόσταση μπορεί να είναι μικρή αλλά συνήθως είναι πολύ επώδυνη.
Ωραίο
βιβλίο και πολύ σαγηνευτικό, η «Αφηγήτρια ταινιών» (που έχει μεταφερθεί στην
θεατρική σκηνή), χαρίζει στιγμές αναγνωστικής απόλαυσης με την τρυφερότητα και
την ευαισθησία, που προσεγγίζει το θέμα του ο Ριβέρα Λετελιέρ. Χρήσιμο και κυρίως,
πολύ ενδιαφέρον, και το επίμετρο που συνοδεύει την έκδοση, που είναι ένα
κείμενο του Χιλιανού νομπελίστα ποιητή Πάμπλο Νερούδα ο οποίος περιγράφει σ’
αυτές τις σελίδες, τις συνθήκες ζωής στα «νιτροχώρια» μέσα από την προσωπική
του εμπειρία.
Βαθμολογία
81 / 100