Δευτέρα, Απριλίου 29, 2013
posted by Librofilo at Δευτέρα, Απριλίου 29, 2013 | Permalink
Στον κήπο με τα θηρία
Την (αληθινή) ιστορία της οικογένειας Ντοντ στην Γερμανία
την εποχή της ανόδου του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία, χρησιμοποιεί ως αφορμή ο
ιστορικός και δημοσιογράφος Eric Larson (Ν.Υόρκη - Η.Π.Α., 1954), για το συναρπαστικό ιστορικό του
αφήγημα (ή μυθιστορηματική βιογραφία) με τίτλο «ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ ΜΕ ΤΑ ΘΗΡΙΑ» («In the garden of beasts»), (Εκδ. Μεταίχμιο,
μετάφρ. Α.Μιχαηλίδης, σελ.575). Με σαγηνευτική και γλαφυρή αφήγηση
παρακολουθούμε τους πρώτους μήνες του Ναζιστικού κόμματος στην εξουσία, την
προσπάθεια του Χίτλερ να πνίξει κάθε αντιπολιτευτική φωνή, την αργή και
τρομακτική διείσδυση των ανθρώπων του παντού μέσα από την καθημερινότητα μιας
αμερικανικής μεσοαστικής οικογένειας.
Βρισκόμαστε στο 1933, χρονιά ανόδου του Ναζιστικού κόμματος
στην εξουσία. Είναι ακόμα καγκελάριος ο γηραιός Χίντεμπουργκ και ο Χίτλερ που
έχει σχηματίσει κυβέρνηση με την ψήφο του (απογοητευμένου και «αγανακτισμένου)
γερμανικού λαού, δεν είναι ακόμα ανεξέλεγκτος και προσπαθεί να δείξει ένα
πολιτισμένο πρόσωπο προς τον υπόλοιπο κόσμο. Οι Εβραϊκές οργανώσεις στις ΗΠΑ
και αλλού προσπαθούν να στρέψουν το ενδιαφέρον στην ήδη εφαρμοσμένη
αντι-εβραϊκή πολιτική και στις εξαγγελίες του Αδόλφου που δείχνουν τις
πραγματικές του προθέσεις, αλλά στις Η.Π.Α υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις γύρω
από το θέμα. Ο Πρόεδρος Ρούζβελτ μετά από πολύμηνες αποτυχημένες προσπάθειες να
βρει υποψήφιο για την χηρεύουσα θέση του πρεσβευτή της χώρας στην Γερμανία,
καταλήγει στον καθηγητή ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Σικάγου, Γουίλιαμ Ντοντ,
έναν 60άρη συντηρητικό και τίμιο άνθρωπο, ήπιο και χωρίς ξεσπάσματα, με κάποιο
ενδιαφέρον στην πολιτική, λίγο στεγνό και χωρίς καμιά φινέτσα διανοούμενο που
του άρεσε η αγροτική ζωή και που προσπαθεί να γράψει εδώ και χρόνια ένα βιβλίο
σχετικά με την ιστορία του Αμερικάνικου Νότου που θα έχει ως τίτλο «Ο παλιός
Νότος». Ο Ντοντ δεν έχει πρόβλημα να ζήσει με τον σχετικά μικρό μισθό του πρέσβη
και πείθει την οικογένειά του να τον ακολουθήσει στο Βερολίνο. Είναι καλοκαίρι
του ’33 και ήδη οι Ναζί έχουν κάψει δημοσίως βιβλία, έχουν αρχίσει να κυνηγάνε
εβραίους και κομμουνιστές, έχουν δημιουργήσει τα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης
για αντιφρονούντες γενικώς.
Τα δύο βασικά πρόσωπα της ιστορίας είναι ο πρέσβης Ντοντ και
η κόρη του, η Μάρθα. Γύρω τους περιστρέφονται τα γεγονότα που περιγράφει με
θαυμάσιο και αγωνιώδη (αστυνομικό) τρόπο ο συγγραφέας κρατώντας σε με κομμένη
την ανάσα.
Ωστόσο, διατηρούσε ακόμη κάποιο ίχνος ελπίδας. Στο
ημερολόγιο του, στην καταχώριση της 8ης Ιουλίου, μια εβδομάδα μετά
τις εκκαθαρίσεις και λίγο προτού κλείσει χρόνος από την άφιξή του στο Βερολίνο,
έγραψε: «Ο στόχος μου εδώ είναι να εργαστώ για την ειρήνη και για καλύτερες
διμερείς σχέσεις. Δεν βλέπω πως θα μπορέσει να γίνει κάτι όσο ο Χίτλερ, ο
Γκέρινγκ και ο Γκέμπελς είναι οι ηγέτες αυτής της χώρας. Ποτέ μου δεν διάβασα ή
άκουσα να υπάρχουν σε τόσο υψηλές θέσεις πιο ακατάλληλοι άνθρωποι όσο αυτοί οι
τρείς. Μήπως πρέπει να παραιτηθώ;»
Ορκίστηκε να μη φιλοξενήσει ποτέ τον Χίτλερ, τον Γκέρινγκ ή
τον Γκέμπελς στην πρεσβεία ή στο σπίτι
του, και αποφάσισε ακόμα ότι «ποτέ ξανά δεν θα παραστώ σε ομιλία του
καγκελάριου και δεν θα επιζητήσω να έχω προσωπική συνομιλία μαζί του, εκτός υπό
επίσημες περιστάσεις. Αυτός ο άνθρωπος μου προκαλεί φρίκη.»»